To ypogeio.gr

Album Stories (38)

Classics

Ratatat


Το παρόν album story ξεκινάει από τη γνωριμία δύο συμφοιτητών στο Skidmore College της Νέας Υόρκης στις αρχές των 00's. Πρόκειται για τον Evan Mast (μπάσο, synths, κρουστά) και τον Mike Stroud (κιθάρες, synths, μελόντικα, κρουστά). Οι δυο τους ξεκινούν να γράφουν μουσική το 2001 με το όνομα "Cherry", έπειτα από ιδέα ενός φίλου τους. Σύντομα το κάνουν Ratatat. To 2003 κυκλοφορούν το πρώτο τους single "Seventeen Years" και το 2004 το πρώτο τους self-titled LP. Την ίδια χρονιά είναι το support στο tour των Interpol.

Όλα τα κομμάτια τους είναι ορχηστρικά - σπανίως ακούμε κάποιες φωνές στην αρχή και στο τέλος κάποιων tracks. Παίζουν ηλεκτρονική μουσική και πολλοί λένε πως μοιάζουν με τους Daft Punk, κάτι που οι ίδιοι αποδέχονται, αλλά από την άλλη θεωρούν πως η μουσική τους προσιδιάζει περισσότερο προς την ροκ παρά προς την electronica. Κάπου εκεί εμφανίζεται στους μουσικούς κύκλους ο περίφημος όρος indietronica και κει τοποθετούνται και "επίσημα" οι Ratatat. Εμένα προσωπικά μου θυμίζουν Mike Oldfield - οι μελωδίες τους και οι με άπειρες στρώσεις κιθάρες τους έστελναν τους συνειρμούς μου πάντα (και) στο Βρετανό υπερμουσικό. Όταν διάβασα όμως μία συνέντευξη του Evan Mast, στην οποία το ένα μισό του ντουέτου ανάφερε πως μία από τις βασικές τους επιρροές είναι ο Bach κατανόησα κάπως καλύτερα τις βαθύτερες ρίζες της μουσικής τους. Κι έτσι απενεχοποίησα μέσα μου και το δεύτερο όνομα που μου έφερνε στο μυαλό η μουσική τους: Αυτό του Μάνου Χατζιδάκι...  

2005. Σύμφωνα με το μύθο ο Mast και ο Stroud έχουν κλειστεί σε ένα σπίτι της Bjork στη Νέα Υόρκη για να ηχογραφήσουν το νέο τους δίσκο. Κυκλοφορεί στις 22 Αυγούστου του 2006, ονομάζεται "Classics", και μην φανταστείς πως έκανε και πάταγο. Το "πολύ" Pitchfork ας πούμε του βάζει ένα εξαράκι, κάπου εκεί κυμαίνονται και οι βαθμολογίες του και σε άλλα μουσικά -ηλεκτονικά και φυσικά- έντυπα της εποχής. Κι ούτε στα χρόνια που ακολούθησαν έκανε κάποιο μεγάλο μπαμ. Για μένα όμως είναι ένας από τους πιο αγαπημένους μου δίσκους της περασμένης δεκαετίας. Σε 42 λεπτά οι Ratatat στήνουν έναν καινούριο μουσικό κόσμο, καινούριο για τη συγκεκριμένη εποχή, καινούριο ενδεχομένως και για το σήμερα. Ο τρόπος που συνδυάζεται η προαναφερθείσα κλασική επιρροή του σχήματος, ο Μπαχ και όσα ο ήχος αυτού του... τύπου φέρνει μαζί του από τα βάθη του 17ου αιώνα, με την τεχνολογία της νέας χιλιετίας που κάνει τα πρώτα της βήματα, είναι κάτι απόλυτα ρηξικέλευθο και σπάνιο. Πέρα όμως από τις πρωτοπορίες και τις επιρροές, εγώ στέκομαι (όπως πάντα) στο αποτέλεσμα - σε αυτό που ακούω: Υπέροχη μουσική.



 

Ξεκινώντας από την γλυκόπικρη "Montanita", νιώθω από τα πρώτα δευτερόλεπτα τη μουσική των Ratatat να εισχωρεί απαλά στον εγκέφαλό μου και να αλλάζει με έναν μαγικό τρόπο τις συνάψεις που γίνονται μέσα του, ανοίγει και κλείνει διακόπτες, γράφει και σβήνει ονόματα, πετάει μια πελώρια παλέτα με χρώματα, μία χαμηλώνει και μία δυναμώνει τα φώτα. Κάπου εκεί έρχεται το leading single "Lex" και εδώ οι μελωδίες αρχίζουν και ελέγχουν αυτοβούλως και το κινητικό μου σύστημα, το πόδι και το κεφάλι ακολουθούν το ρυθμό σαν υπνωτισμένα, ενώ οι κιθάρες και τα πλήκτρα τυλίγουν κάθε κύτταρο του ακουστικού μου νεύρου. Ο δίσκος ρέει πια σαν ποτάμι, περνάει από το "Gettysbourg" για να φτάσει στην... Αγία Τριάδα: Το "Wildcat" (2ο single του άλμπουμ) είναι μάλλον το πιο πλήρες και το πιο πορωτικό κομμάτι των Ratatat - ξεκινάει με το sample μιας (αληθινής) κραυγής πάνθηρα και ελίσσεται σαν καθώς πρέπει... αγριόγατα για τα επόμενα 4 λεπτά σε ένα ρεσιτάλ συνθετικής μεγαλοφυίας. Η ακόλουθη "Tropicana" είναι ένα κομψοτέχνημα, το οποίο θεωρώ πως θα άρεσε πολύ στον Damon Albarn, και το "Loud Pipes" (3ο single) είναι -πώς να το πω;- είναι απλά υπεργαμάτο! Με ηδονικά ρυθμικά κοψίματα και με κάποιο χώρο για στοχευμένο air guitaring, μαγικές πληκτροφόρες αφαιρέσεις και αδειάσματα, συγκαταλέγεται χαλαρά στις κορυφαίες στιγμές του άλμπουμ. Ακολουθεί το μυστηριώδες "Kennedy", το οποίο κατέχει στον πυρήνα του κάτι εξαίσιο, στην upbeat γκρούβα του κρύβει μια αδιόρατη μελαγχολία, όμοια με αυτή που ενδεχομένως νιώθεις τα απογεύματα της Κυριακής, λίγο πριν νυχτώσει. Έρχεται στη συνέχεια να σε σκεπάσει το πέπλο του "Swisha", εδώ είναι η πρώτη φορά που έκανα την περίεργη σκέψη πως οι Ratatat μου θυμίζουν τον Χατζιδάκι. Λίγο πριν το φινάλε ακούμε το "Nostrand" - ένα αργόσυρτο και λιτό intro ως το θα-σου-μείνει-αξέχαστο ηφαιστειώδες ξέσπασμα λίγο πριν το δίλεπτο. To τελευταίο κομμάτι ονομάζεται "Tacobel Canon" και διαθέτει τον απαραίτητο αποχαιρετηστήριο τόνο που του πρέπει με βάση τη θέση του. 'Ενα αντίο αντάξιο της μουσικής περιπέτειας που ζήσαμε τα προηγούμενα 40 λεπτά.

Αν ήμουν ο συντάκτης του Pitchfork που θα αναλάμβανε να γράψει για το δίσκο πίσω στο 2006, θα του έβαζα ένα 9 και θα έτρεχα να δω τους Ratatat να τον παρουσιάζουν ζωντανά - είναι μια απορία μου το πώς θα είναι οι Ratatat σε συναυλία και πως θα ένιωθα ακούγοντας live όλη τούτη την πανδαισία.

Οι Ratatat συνέχισαν προφανώς να δισκογραφούν μετά το "Classics". To 2008 ήρθε το "LP3" και το 2010 "LP4". Ακολούθησε μία παύση 5 χρόνων, η οποία έκανε τους όχι και πάρα πολλούς, αλλά πιστούς, οπαδούς του ντουέτου να ανησυχούν για πιθανή διάλυση. Ώσπου το 2015 κυκλοφόρησαν τον 5ο δίσκο τους, 'Magnifique". Έκτοτε και πάλι αγνοούνται - μάλλον θα είναι πάλι κλεισμένοι σε κάνα σπίτι της Bjork και θα ετοιμάζουν το νέο τους χτύπημα... 

 

Σχετικα Αρθρα
ypogeio.gr
Album Stories (66):
The Car
Arctic Monkeys
(15/07/2023)
ypogeio.gr
Album Stories (65):
Unplugged in New York
Nirvana
(06/12/2022)
ypogeio.gr
Album Stories (52)
Turn On The Bright Lights:
Interpol
(27/06/2020)
ypogeio.gr
The Song Diaries (144)
Break On Through (To The Other Side)
The Doors
(13/07/2022)
Χρησιμοποιούμε cookies μόνο για στατιστικούς λόγους (google analytics). Δεν συλλέγουμε κανένα προσωπικό δεδομένο.
ΕΝΤΑΞΕΙ