The Song Diaries (36)
Love Is Schizophrenic
The Velvoids
Νοέμβριος 2005, Αθήνα.
Υπάρχει κάτι πιο σημαντικό από τη ρεμαλίαση και το ανελέητο μπες-βγες στα μπαράκια του κοχλάζοντος νεόπλουτου Ψυρρή; Υπάρχει κάτι πιο σημαντικό από την μεταμεσονύκτια άνευ όρων παράδοση στις μπόμπες και στην άνευ λόγου τραχιά μουσική του παρακμάζοντος πια Mo Better; Ναι, μία (διαφορετική απ'ό,τι είχες συνηθίσει) κοπέλα. Μία νέα χημική ένωση που μυρίζει μπαρούτι μαζί και γαζία, που θα έλεγε και ο Φοίβος.
Παρατηρείς τις κινήσεις της και το περπάτημά της, κοιτάζεις με την άκρη των ματιών σου τα μάτια της, ακούς με προσοχή το πώς αρθρώνει τα λόγια της καθώς μιλάει σε άλλους, κάνοντας τον αδιάφορο σιγοτραγουδώντας τα τραγούδια που παίζει στο μαγαζί. Στέλνεις sms για τον καιρό και για να πεις καλημέρα και καληνύχτα, έχεις φώτο το γέλιο της στο early zeroes κινητό σου, γράφεις στίχους ξανά μετά από χρόνια, ακούς Μαζώ και οι φίλοι σου σε κοροϊδεύουν...
Με ένα φιλί κατεβαίνεις τρέχοντας με δάκρυα στα μάτια προς την Κόλαση. Λεπενιώτου. Ανεβαίνεις τις σκάλες του Θηρίου και μοιάζουν να τρέμουν και να ραγίζουν κάτω απ'τα πόδια σου. Τρέχεις προς τις ασφαλείς φωλιές των Εξαρχείων. Βαλτετσίου. Οι παγωμένες σταγόνες της βροχής δεν είναι παρά μόνο ένα μαφιόζικο ξέπλυμα συναισθημάτων, η Κάθαρση δεν είναι λέξη για σένα, να το ξέρεις. Κι ύστερα στον καναπέ σου, αγκαλιά με ένα βρώμικο και τον ψυχάκια τον υπέροχο γάτο σου, ακούγοντας System Of A Down. Κι απέναντι το αγγελικό ροτβάιλερ να αναρωτιέται τι δεν πάει καλά μέσα στο σπίτι και πόσο χρόνος του μένει μέχρι να πεθάνει. Την περιμένεις και θα ρθει και όταν θα φύγει, θα φύγεις μαζί της.
Σεπτέμβριος 2008 / Δεκέμβριος 2010, Αθήνα.
Στα μαιευτήρια έζησες πράγματα και ώρες που δεν μπορείς να περιγράψεις, Ίσως δεν θυμάσαι, γι'αυτό. Καφέδες και τσιγάρα, μόνο αυτό θυμάσαι. Και ένα βιβλίο για λιοντάρια που διάβαζες στο κυλικείο τη νύχτα της 10ης Σεπτεμβρίου του 2008. Έλεγε πως σε μία ήσυχη νύχτα στη σαβάνα, ο βρηχυθμός του αρσενικού λέοντα μπορεί να ακουστεί σε ακτίνα 10 χιλιομέτρων. Και συ σκέφτηκες πως μία ήσυχη νύχτα στο Μαρούσι, ο βρηχυθμός μιας ανακουφισμένης από την αγωνία και τον φόβο μάνας μπορεί να ακουστεί σε ακτίνα ενός γαλαξία. Και το βουβό κλάμα ενός πατέρα πάνω από ένα πιάτο με μπιφτέκια ροκφόρ μπορεί να ακουστεί σε ακτίνα ενός βασανισμένου εκατοστού από τα χείλη ως την γόπα του. Θυμάσαι και μια χιονοθύελλα το βράδυ της 11ης Δεκεμβρίου που μέσα της περπάτησες σαν σε όνειρο, κλαίγοντας λίγο πιο δυνατά αυτή τη φορά, μπορούσες να ακουστείς σε ακτίνα 180 εκατοστών, όσο το ύψος σου, από την κορφή της κεφαλής σου μέχρι το λευκό από το χιόνι πεζοδρόμιο.
Η επιστροφή στο σπίτι ποτέ δεν είναι στρωμένη με ροδοπέταλα, αυτό το ήξερες από τότε που πήγαινες σχολείο και άνοιγες την πόρτα και έβρισκες τον εαυτό σου σπασμένο σε κομμάτια, ένα εδώ κι ένα εκεί, συναρμολογούσες και οι άλλοι διαλύανε. Η ευτυχία δεν είναι λέξη που τη γράφεις εύκολα, κανείς δεν την κέρδισε μόνο γράφοντας και λέγοντάς την, θέλει πολλή δουλειά και πολλή σκέψη. Την έζησες όμως μαζί της, την φτιάξατε με τον δικό σας τρόπο.
Ιανουάριος 2017, Λιβαδειά.
Ταλαιπωρήθηκα σε αυτό το ταξίδι, ο ήλιος στα μάτια μου, το κρύο στο αμάξι, ο ήλιος με δόντια μου είναι διαχρονικά το πιο μισητό μετεωρολογικό φαινόμενο. Θέλω να πω, φέρε μου ήλιο να γουστάρουμε ζέστη, μαγιώ, τεκίλες και θάλασσα, ή αν θες φέρε μου κρύο να ξεφύγουμε (σε) με σκοτεινούς ουρανούς, με παλτά, σκουφάκια κλπ., ένα ζεστό πεντάρι Μεταξά κονιάκ και μια ταβέρνα να φάμε παϊδάκια. Ήλιο με δόντια αν μου δώσεις, δεν ξέρω τι θέλεις να μου πεις, δεν ξέρω πού το πας, με πιάνουνε νεύρα και σίγουρα, αργά ή γρήγορα, θα με χάσεις, εγώ θα την κάνω με αυτόν τον καιρό, το πιθανότερο είναι να στοιβαχτώ σε έναν καναπέ χωρίς να μιλάω, θα βλέπω κάνα ανούσιο τρίωρο τηλεόραση με κλεισμένα τα παντζούρια.
Με διέλυσε το ταξίδι, έφτασα στο κωλοχώρι μες στην τσίτα, ως συνήθως όταν είμαι έτσι μιλούσα λίγο και είχα τα χείλη μου σφιγμένα, κάπνιζα σαν τον αράπη και παράγγειλα στο lobby ένα φραπέ μέτριο. Η κοπέλα με τη γαλάζια ποδιά και το μπορντό φουλάρι με κοίταξε κάπως υποτιμητικά και με μισό μάτι, μου είπε "δεν σερβίρουμε φραπέ, κύριε, μονάχα Φρέντο κι Εσπρέσο" κι έτσι της ζήτησα μια μπύρα. Γέμισα το ποτήρι μου, κι όμως δεν ήπια ούτε μια τζούρα, ήταν τόση η λέζα μέσα μου, που βγήκα στον κήπο, χωρίς μπουφάν, είχε έναν ντάλα ήλιο, είχε και κρύο όμως που με κανε να ζαρώνω, γύρισα μέσα κι ανέβηκα στο δωμάτιο.
Έκλεισα τα παντζούρια και άνοιξα την TV. Σκεπάστηκα με τα παπλώματα και προσποιήθηκα πως έξω έχει σύννεφα και χιονίζει, άντε στη χειρότερη πως βρέχει... Προσποιήθηκα πως ήσουν δίπλα μου και μ'αγαπάς, πώς με ρωτάς τι κάνω κι αν είμαι καλά. Απαντώ πως "δεν την παλεύω άλλο αγάπη μου" και μ'αγκαλιάζεις. Πως βλέπουμε μαζί σε DVD το Βασιλιά και πως μου λες πως είναι η καλύτερή σου ταινία ever, πως ο Μουρίκης είναι o νέος Pacino και ο Γραμματικός σπέρνει περισσότερο κι απ'τον Σκορσέζε. Μετά ακούμε μουσική και θα μου πεις να ακούσουμε το Κοστουμάκι, σου χει λείψει λέει, "οι στίχοι του είσαι εσύ, αγάπη μου, και τόσα χρόνια δεν το ήξερα". Μετά θα κοιμηθούμε.
Κοιμήθηκα για πάντα μόνος σε εκείνο το δωμάτιο του ξενοδοχείου στη Λιβαδειά. Πέθανα εκείνο το βράδυ κι ενώ η τηλεόραση έπαιζε επαναλήψεις Χαρδαβέλλα. Στο τελευταίο μου όνειρο ήμουν ποδοσφαιριστής της Άστον Βίλα. Αμυντικό χαφ απ'τα λίγα. Αποβλήθηκα στο 65' όμως για θέατρο...
To αριστουργηματικό μα κάπως χαμένο στη λήθη και στον χαοτικό νοσταλγικό χαμό της προηγούμενης δεκαετίας, Love Is Schizophrenic, το βρίσκεις στο single Ballerina των Αθηναίων The Velvoids, το οποίο κυκλοφόρησε το 2003.