Νέες Κυκλοφορίες
The Ballad of Darren
Blur
Εννέα χρόνια ύστερα από το αξιοπρεπές "The Magic Whip" (2014), οι θρυλικοί Blur (ξανά) ενώθηκαν και επέστρεψαν στο μουσικό προσκήνιο, τόσο συναυλιακά όσο και δισκογραφικά. Ο δισκογραφικός καρπός τους, ο ένατος κατά σειρά, ονομάζεται "The Ballad of Darren" και ηχεί στα αυτιά μας από την 21η του περασμένου Ιουλίου. Μέχρι να φτάσω εδώ, στο Υπόγειο πληκτρολόγιο, άκουσα τον δίσκο πάμπολλες φορές, προσπαθώντας να κατασταλάξω σε μία τελική "ετυμηγορία", να καταλάβω αν και πόσο μου αρέσει. Για το πρώτο σκέλος, το "αν", δεν δυσκολεύτηκα πολύ: μου αρέσει. Για το δεύτερο, το "πόσο", ζορίστηκα αρκετά. Κι αυτό διότι οι Λονδρέζικη παρέα του Damon, του Graham, του Alex και του Dave, είναι μία από τις πιο αγαπημένες μου μπάντες ever, που σημάδεψαν όσο λίγες την μετεφηβεία και τη νιότη μου, πίσω στα 90's και στα 00's. Εκεί όμως ήταν και η "παγίδα", ας την πούμε έτσι, στο πώς θα ακούσω και θα κρίνω το δίσκο. Είναι άδικο, κατέληξα, να κρίνουμε το "The Ballad of Darren" με γνώμονα το παρελθόν, ένα παρελθόν ένδοξο και εμβληματικό, και είναι εξίσου άδικο να θέλουμε και να περιμένουμε από την τετράδα να γράφει και να παίζει όπως τότε. Ο Albarn είναι 55 χρονών, ο Coxon και ο James 54, ο Rowntree 59.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο - που μολονότι σας το παρουσίασα πολύ απλά και άμεσα, δεν μου ήταν εύκολο να το συνειδητοποιήσω και να το χωνέψω (όσο μεγαλώνουν οι ήρωές σου, μεγαλώνεις κι εσυ) - αποφάσισα να κρίνω το δίσκο κι έχω να πω πως είναι καλός. Καλογυαλισμένος και προσεγμένος φουλ, εμπνευσμένος και τρυφερός. Αναβλύζει από τα μπαρουτοκαπνισμένα αυλάκια του στιγμές πόρωσης και μαγείας και -κατά τόπους- αγνή και αυθεντική, υπέροχη... blur-ίλα. Η εναρκτήρια δυάδα ας πούμε, τα "The Ballad" και "St. Charles Square" (Coxon δώσε πόνο!), είναι σκάλωμα. Το ακόλουθο "Barbaric" είναι ομορφιά, όπως και το επόμενο "Russian Strings", αν και κάπως γλυκανατούλι. Το "The Everglades (For Leonard)" έχει την ύλη και την ψυχή για να απογειωθεί, όμως δεν το κάνει ποτέ κι έτσι αποχωρεί στα όρια του αδιάφορου. Ο "Ναρκισσιστής" ("The Narcissist") έχει απλοϊκό κουπλέ, αλλά απογειωτικό ρεφρέν και γαμάτους στίχους, οπότε ναι. "Goodbye Albert" και προσκυνάω Coxon που εδώ παίζει τρελές κιθάρες, αλλά και Albarn που τραγουδά συγκινητικά και μου θυμίζει "13", αλλά at the end of the day το κομμάτι είναι μέτριο - κάτι του λείπει. Λίγο πριν το φινάλε, στο βαλσάκι "Far Away Island", αιωρούμαι νοσταλγικά και βγάζω το καπέλο μου, είναι υπέροχο. Προτελευταίο track το "Avalon", που -παρόλο που έχει ένα γαμάτο γύρισμα στο ρεφρέν- είναι για μένα από τα πιο αδύναμα του δίσκου. O δίσκος φτάνει στο τέλος του με τη χαρακτηριστική ακουστική κιθάρα του Coxon και την επίσης χαρακτηριστική μπαλαντιάρικη φωνή του Albarn - "The Heights". Εξαιρετικό, με φινάλε που κλείνει το μάτι στα ένδοξα post-britpop 90's ("Blur" και "13"), μα όχι και έπος.
Τίμιο και συμπαγές το "The Ballad of Darren", δεν υπάρχουν και πολλές μπάντες εκεί έξω 32 χρόνια ύστερα από το ντεμπούτο τους ("Leisure", 1991) να σου σκάνε από το πουθενά με τέτοιο άλμπουμ. Λίγα περισσότερα γκάζια θα τα ήθελα, αλλά, όπως έχω ξαναγράψει, τι σημασία έχει τι θέλω εγώ; Στην προκειμένη, οι Blur κατέφθασαν φρέσκοι και αληθινοί και μας έδωσαν ένα ακόμα σημαντικό κομμάτι στο περιπετειώδες παζλ της μουσικής τους πορείας και, ταυτόχρονα, μια ακόμα σειρά αψεγάδιαστων και ιστορικών ζωντανών εμφανίσεων.
Ημερομηνία Κυκλοφορίας: 21/7/2023
Βαθμολογία: 7,5/10