Γιατί Έκλεισα Δωμάτιο
στο Tranquility Base
Hotel & Casino...
* το κάτωθι ΔΕΝ αποτελεί κριτική του δίσκου, γιατί δεν ξέρω να γράφω κριτικές δίσκων, άλλοι το κάνουν πολύ καλύτερα από μένα και δεν το έχω και πολύ όρεξη, ιδιαίτερα για τους Arctic Monkeys που δεν γνωρίζω ιδιαίτερα πράγματα.
Δεν είμαι μεγάλη θαυμάστρια των Αrctic Μοnkeys ούτε και του κυρίου Turner προσωπικά. Μου είναι συμπαθής αλλά μέχρι εκεί. Δεν είμαι καν μέτρια θαυμάστρια τους, αναγνωρίζω την αντικειμενική τους αξία και τον ρόλο που έχουν παίξει στη μουσική, όμως με εξαίρεση κάποια τραγούδια, δεν με απασχόλησαν ιδιαίτερα ποτέ. Μπορώ να πω ότι σε γενικές γραμμές προτιμώ τους The Last Shodow Puppets και ξέρω ότι αυτή είναι μία δήλωση με την οποία διαφωνεί αρκετός κόσμος, αλλά δεν πειράζει. Οι Arctic Μοnkeys όπως και να έχει δεν με εντυπωσίασαν ιδιαίτερα ποτέ. Μέχρι τώρα.
Μπαίνω άμεσα στο θέμα: Το Tranquility Base Hotel & Casino για μένα είναι ο καλύτερος δίσκος τους και ένας δίσκος που εγώ αγάπησα αυτόματα και το κυριότερο χωρίς να το περιμένω. Δεν είχα καμία πρόθεση ούτε και καμία όρεξη να μου συμβεί. Αλλά συνέβη. Νομίζω ότι είμαι από τους λίγους, αλλά και πάλι δεν πειράζει. Ή μάλλον πειράζει λίγο. Αλλά θα ζήσω. Και ο Αlex Turner επίσης.
Δεν θα μπω σε παρασκηνιακά της παραγωγής του δίσκου, αυτά σας τα είπαν και άλλοι. Ο Alex Turner δεν χρώσταγε σε κανέναν ένα ακόμα AΜ (που βέβαια αρκετός κόσμος -αλίμονο- δεν ήθελε ούτε αυτό) και σε καμία περίπτωση μία επιστροφή στις indie κιθάρες του παρελθόντος. Nαι, είναι ένας εκατομυριούχος τριαντάρης που ζει πια στο L.A., και δεν μπορώ να καταλάβω γιατί αυτό είναι μεμπτό και προοικονομεί ότι η μουσική που γράφει θα είναι αδιάφορη και χωρίς ερεθίσματα. Δεν θυμάμαι τους Beatles (προσοχή, για τους εγκάθετους, δεν συγκρίνω τους Monkeys με τα Σκαθάρια μας, γενικά δεν συγκρίνω κανέναν με κανέναν) να έγραφαν ή να έπαιζαν αφιλοκερδώς, ούτε τα έσοδα από τις πωλήσεις των δίσκων τους να τα έδινε ο George Harrison σε ashram στην Ινδία (δηλαδή πιστευώ ότι του πέρασε απ'το μυαλό να δώσει μερικά, άλλα ο McCartney θα έγινε τρελός) και γενικότερα δεν μπορώ να σκεφτώ κάποιο λογικό επιχείρημα που να ενισχύσει αυτή την άποψη. Σαφέστατα και δεν θα έγραφε την ίδια μουσική που έγραφε όταν ήταν 19, είχε φράτζα και έπινε μπυρόνια (sic) με το παρεόνι (και άλλο sic) στο Sheffield (Jarvis Cocker's city). Και ευτυχώς εδώ που τα λέμε, γιατί το θέαμα του τριαντάρη που παριστάνει τον έφηβο είναι αστείο και ταυτόχρονα θλιβερό και οι μουσικοί δεν αποτελούν εξαίρεση (ονόματα δεν λέμε). Για να επιστρέψω λίγο στη σοβαρότητα -πολύ δύσκολο- ήδη οι Monkeys είχαν ταράξει το κοινό τους με το AM προ πενταετίας, οπότε το μόνο λογικό επόμενο βήμα θα ήταν κάτι ακόμα πιο διαφορετικό. Όπερ και εγένετο. Στροφή ολική; Στροφή ολική. Και; Tι έγινε;
Δεν είναι η πρώτη φορά όμως που το κοινό εκνευρίζεται όταν οι καλλιτέχνες αλλάζουν. Ίσως και να συνέβαινε πάντα αυτό, απλά τώρα που ζούμε στην εποχή των social media και όλοι λέμε ανοιχτά και δημόσια τη γνώμη μας (και η υπογράφουσα δεν εξαιρείται φυσικά) είναι ένα φαινόμενο συχνότατο. Bγαίνει η PJ Harvey στο Release το 2016 θέα και ιέρεια, γιατί όμως δεν είναι πια το κορίτσι με την κιθάρα που τα σπάει; Αυτός ήταν ο καημός... Aλλάζουν ήχο οι Arcade Fire, φωτιά και τσεκούρι στο ξεπούλημα τους. Ακόμα και στην περίπτωση του Nick Cave, που πίστευα ότι οι fans εκεί είναι ορκισμένοι, σε λεπτομερείς συζητήσεις ανακαλύπτει κανείς ότι ο "Νικόλας" και εκλεκτός προφήτης του ελληνικού κοινού γίνεται βαρετός, κοιμήσης (το evian), στερείται έμνευσης και μετά το "Let Love In" πάει, χάλασε και το γύρισε στα gospel. Η λίστα είναι πολύ μακριά και τα παραδείγματα ενδεικτικά. Κακά τα ψέματα, οι αλλάγες δεν γίνονται πάντα αποδεκτές γιατί "μη μου τους κύκλους τάραττε" που έλεγαν και οι αρχαίοι ημών. Ως εδώ, ας πούμε καλά. Δηλαδή όχι καλά, αλλά απόψεις έχουμε όλοι και τις λέμε και αλίμονο αν δεν είχαμε ή ακόμα χειρότερα αν δεν τις λέγαμε. Βέβαια, παραμένουν οι προσωπικές μας απόψεις και όχι συμπαντικές αλήθειες (που, φυσικά, στο αυτόνομο κρατίδιο του καθενός μας, μπορούν να είναι και νόμοι).
Για να μιλήσουμε με στοιχεία και χαρτιά όμως, το Tranquility Base Hotel & Casino είναι ένας ώριμος δίσκος από κάθε άποψη. Είτε κομμάτια όπως το όμοτιτλο (με την συμμετοχή τσέμπαλου παρακαλώ, μην το περνάτε αυτό στα ψιλά γράμματα) ή το εξαιρετικό "Science Fiction" (που παραπέμπει όντως έντονα σε ΤLSP, αλλά και οι TLSP ποιανού project είναι; Toυ γείτονα;) ή το "Golden Trucks" (με τους στίχους: "And in response to what you whispered in my ear / I must admit sometimes I fantasize about you too") σε κάνουν να θες να κλείστεις σε ένα παλιό ξενοδοχείο από την δεκαετία του 70 (έστω στο Hotel California) με μαύρο γυαλί νύχτα-μέρα και να κανεις ροκσταριλίκια και μασονικά κόλπα και γένικα ο,τι σε φωτίσει ο ύψιστος. Το κοενικό (εκ του Leonard Cohen) "Ultracheese" λυγίζει και τον πιο σκληρό που ψευτοπλησιάζει τα τριάντα και κάνει απολογισμό, γιατί τα πράγματα τελειώνουν συνέχεια για να αρχίσουν, άλλα και πάλι από την αρχή: "Still got pictures of friends on the wall / Suppose we aren't really friends anymore /Maybe I shouldn't ever have called that thing friendly at all". Και βέβαια το "Batphone" με αυτό το νόθο του σατανά για πιάνο (που ευτυχώς μας κάνει γενικά παρέα στον δίσκο). Ο Turner έμαθε να γράφει. Και γράφει. Και έμαθε και να χειρίζεται την φωνή του. Αρκεί μόνο να ακούσει κανείς το ομότιτλο κομμάτι και θα το δει. Έχει διευρύνει το πεδίο του μουσικά και πλησιάζει πλέον πολύ πιο κοντά στην εικόνα ενός ολοκληρωμένου καλλιτέχνη λίγο μετά τα τριάντα του. Είναι αλήθεια ότι υπάρχουν vintage επιροές από Serge Gainsbourg (ναι επιβεβαιώνω από τo "Ballade du Melody Nelson" και από το ορχηστρικό "La Horse" και ποιός ξέρει και τι άλλο), αλλά και από The Beach Boys. Δεν είναι άνευρο. Είναι εσωτερικά μελωδικό. Δεν είναι μουσική για ασανσέρ. Είναι μουσική για μυστικά υπόγεια (see what I did there?), τσιγάρα και (ακριβά, όχι της παρέας) κρασιά, σουρεαλιστικές ιστορίες κάπου στα 70s με hangover από ουίσκι σε δωμάτια ξενοδοχείων, παγάκια διάσπαρτα και το πτώμα να επιπλέει στην πισίνα (κάθε ξενοδοχείο που σέβεται τον εαυτό του την δεκαετία του 70 είχε ένα πτώμα στην πισίνα του). Μία ωδή σε μία υπέροχη ματαιότητα.
Ο μουσικός δεν είναι juke box να παίζει ο,τι μας κάνει κέφι (που και αυτά τα ρημάδια χαλάνε καμιά φορά, Fats Domino ζητάς, Νταλάρα σου παίζουν). Είναι άνθρωπος και μεγαλώνει, ωριμάζει (ή όχι) και ναι εξελίσσεται και αλλάζει. Ο Turner, που αγαπήσανε κάποιοι, των 19 Μαίων με την αμηχανία στις συνεντευξεις και το "Certain Romance" δεν υπάρχει πια. Όπως μάλλον δεν υπάρχει πια και ο δικός σας τότε εαυτός. Κακά τα ψέματα (το ξανάπα αυτό ε;). Αυτό ήταν το όνομα, το πρόσωπο, η μουσική, όπως θέλει ας το πει ο καθένας, μιας εποχής που έφυγε μια για πάντα. Τώρα αρχίζει κάτι άλλο που κανείς δεν ξέρει τι όνομα θα έχει όταν χαθεί και αυτό. Αγκαλιάστε το, αν αγαπάτε όντως τους Monkeys. Αν όχι, προσπεράστε και δεν θα έχει σημασία. Έχει πλάκα να μεγαλώνεις με τα μουσικά σου είδωλα (εσείς τα νέα παιδιά που μπορείτε κάντε το, οι δικοί μου είναι σχεδόν όλοι νεκροί ή μεγάλοι ήδη), μοιάζει λίγο όπως όταν μεγαλώνεις μαζί με τους φίλους σου. Αλλά μην έχετε απαιτήσεις να μείνουν ίδιοι, ούτε να εξελιχθούν όπως εσείς ελπίζετε, γιατί αυτό είναι κάτι που δεν μπορεί κανείς να εγγυηθεί ούτε για τον ίδιο του τον εαυτό. Ενδέχεται βέβαιως όλο αυτό να είναι και μία υπόθεση -αθώου μεν- βαμπιρισμού, μία παρατεταμένη νεότητα που απλά μας κάνει να νιώθουμε καλύτερα με τον χρόνο που περνάει. Εξού και η αγωνιώδης αναζήτηση για την χαμένη "σπιρτάδα" του Alex Turner... Και έχω να προτείνω την λύση του φίλου Όσκαρ Ουάιλντ με το πορτρέτο εκείνου του τεκνού, του Ντόριαν Γκρέυ, αλλά αντί για πίνακα εμείς να βάλουμε το "Whatever People Say I Am, That's What I'm Not" να αλλοιώνεται με κάθε "φρέσκο" album που θα θυμίζει τα παλιά και θα ξαναζούμε μαζί του τα zeroes. Σας ψήνει; Eμένα καθόλου (καλά εμένα δεν μου άρεσει καν αυτός ο δίσκος, οπότε δεν μετράω).
Για την ιστορία που ήδη γράφεται, το "Tranquility Base Hotel & Casino" έχει ήδη βαθμολογηθεί από Pitcfork και λοιπές κυβερνητικές δυνάμεις με 8+ και θα θεωρηθεί κατά πως φαίνεται ο καλύτερος δίσκος των Monkeys μέχρι τώρα. Oι fans παραμένουν διχασμένοι, κάποιοι άσχετοι (εγώ) εντυπωσιασμένοι για πρώτη φορά. Ωστόσο, φοβάμαι πως είναι ένας πιο εκλεκτικός δίσκος που δεν θα ικανοποιήσει σίγουρα το κοινό που ψάχνει να βρει πού χάθηκαν όλα (ποιά;), πότε πήρε ο Alex Turner τη ζωή του λάθος και άλλαξε ζωή και άλλα τέτοια μίζερα. Tο "Tranquility Base Hotel & Casino" δεν έχει hits και ευτυχώς, αλλά ούτε είναι ένα concept album. Ασχέτως του αν τελικά θα κερδίσει το κοινό ή όχι, το θέμα είναι οτι οι Monkeys κατάφεραν μετά την τεράστια επιτυχία του AM να βγάλουν ένα album όπως γουστάρουν χωρίς φόβο ή άγχος, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό και καθόλου αυτονόητο. Οι καλλιτέχνες οφείλουν να κάνουν αυτό που τους εκφράζει την συγκεκριμένη περίοδο. Διαφορετικά δεν έχει νόημα. Αν οι Monkeys ήθελαν να κάνουν έναν εμπορικό δίσκο, ήξεραν τι έπρεπε να κάνουν, είχαν την συνταγή. Δεν το έκαναν, έκαναν αυτό ακριβως που γούσταραν, ή -όπως συζητιέται- έδωσαν στον Turner λευκή επιταγή να κάνει ο,τι γουστάρει. Και αυτό δεν είναι κακό. Άλλωστε έχουν προειδοποιήσει τους ακροατές από τον πρώτο τους κιόλας δίσκο: Whatever people say I am, thats what I m not. Βουλωμένο γράμμα διαβάζω.
(Και στιχουργικά σε αυτόν τον δίσκο υπάρχουν αρκετοί επαναπροσδιορισμοί και απολογίες, ένα απαθέστατο ανασήκωμα ώμων θα έλεγα, αλλά δεν θα μπω στην διαδικασία να αναφέρω χωρία γιατί α) είναι δίσκος, όχι το Συμπόσιο του Πλάτωνα και β)σας τα είπαν άλλοι και δεν θέλω να κουράζω και να σας χάσω τώρα που σας βρήκα).
Ατμόσφαιρα γενικώς και άλλη ατμόσφαιρα, σε συνδυασμό με εξαιρετικές συνθέσεις και κινηματογραφικές ενορχηστρώσεις, αυτό προσφέρει "Το Tranquility Base Hotel & Casino". Και αυτό αρκεί και με το παραπάνω. Δεν είναι η εφηβεία σου πια, περάσαμε στο επόμενο στάδιο. Είναι το soundtrack μιάς νωχελικής περιπέτειας, της ενηλικίωσης...