Οι Pulp, Το Κορίτσι Τους
Και Τα Ραντεβού
Στο Σουπέρ Μάρκετ
Οι Pulp, το κορίτσι τους και τα ραντεβού στο σουπέρ μάρκετ.
*ένα μικρό κείμενο χωρίς πολύ νόημα ή μουσικό ενδιαφέρον πάνω στην στιχουργική της βρετανικής μπάντας και στην καθημερινότητα που επίσης δεν έχει πολύ νόημα.
Οι Pulp είναι ένα συγκρότημα που μουσικά έχει ξεπεραστεί. Αυτό όμως που κάνει τον κόσμο -και πολύ κόσμο- να τους αγαπά τόσο είναι οι στίχοι και κυρίως οι ιστορίες μέσα από τα τραγούδια τους. Οι Pulp έχουν κάτι το γραφικό και αυτό είναι που τους κάνει τόσο αγαπητούς, καθώς μπορείς να ταυτιστείς με τα κομμάτια τους. Οι Pulp είναι η εξιδανίκευση της αποτυχίας, μία καθημερινή ρουτίνα που χρειάζεται όμως μία Παρασκευή βράδυ κάθε εβδομάδα να σε βρίσκει νεκρό σε ένα disco πάτωμα. Είναι το soundtrack του οποιοδήποτε δεν είναι σπουδαίος, ούτε μεγάλος, και μάλλον δεν θα γίνει σπουδαίος ούτε μεγάλος, αλλά αυτό θα είναι οκ (και που αν το θέλει μπορεί να συνεχίσει να το ονειρεύεται και αυτό θα είναι επίσης οκ). Oι Pulp είναι ο χυμένος πρωινός καφές στο πουκάμισο σου την ώρα που μπαίνεις στο ασανσέρ του γραφείου. Το κακό σεξ που θα ερωτευτείς. Το πάρτυ που έκανες και δεν ήρθε σχεδόν κανείς. Να γυρνάς στην Αθήνα με μαύρα γυαλιά, ενώ έχει συννεφιά. Να ξερνάς στο πρώτο τρόλλεϋ της βάρδιας μετά από μπύρες, να κατεβαίνεις τρέχoντας και μετά να συνεχίζεις να ξερνάς σε κάδο στην Πανεπιστημίου, ενώ ο ήλιος να έχει ανατείλλει. Να κόβεσαι με τέσσερα στο τελευταίο μάθημα για το πτυχίο. Να παθαίνεις κρίση πανικού στην δουλειά, ενώ πίστευες ότι είχες ξεμπερδέψει με όλα αυτά. Οι Pulp είναι το αποτυχημένο κούρεμα που χρυσοπλήρωσες στο κομμωτηριο στο Κολωνάκι και τώρα δεν έχεις ούτε για το νοίκι...
Για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα και με χαρτιά, οι Pulp εμπνέονται από τη Βρετανική κουλτούρα και δανείζονται στοιχεία από του κίνημα του kitchen sink realism, ένα καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύχθηκε τη δεκαετία του 50 και του 60 στο Νησί. Το kitchen sink realism σχετίζεται με τον σοσιαλιστικό ρεαλισμό και αφορά την εργατική τάξη των νέων Βρετανών, που δουλεύουν για τα προς το ζην, στο κενό τους πίνουν στην pub της γειτονιάς, και τους απασχολούν προβλήματα της καθημερινότητας και της επιβίωσης. Χαρακτηριστικό αυτού του ρεύματος εκτός από την θεματολογια, είναι ο απόλυτα ρεαλιστικός και κυνικός τρόπος με τον οποίο τα θέματα παρουσιάζονται. Λογώ συνθηκών, παρατηρούμε ότι τόσο στις δεκαετίες 1980 - 90 στην Βρετανία (όπου οι Pulp μεσουράνησαν) όσο όμως και στις μέρες μας, οι καταστάσεις σε πολλά ζητήματα παραμένουν ίδιες και, αν και η εργατική τάξη στην Ελλάδα δεν είναι κάτι το απόλυτα ξεκαθαρισμένο και τα όρια δεν είναι καθόλου ευκρινή, παρατηρούμε ότι το ρεύμα αυτό μας αφορά σχεδόν το ίδιο. Σε μία (πολύ) ελεύθερη μετάφραση και με διάθεση χιουμοριστική, το kitchen sink realism, θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως το δράμα του νεροχύτη, δηλαδή μικροπροβλήματα στο μικρό σου διαμέρισμα, λίγο μίζερα, λίγο αστεία, πάντα δράματα, αλλά μικρά. Μία κλειστοφοβική ατμόσφαιρα που στην Ελλάδα της κρίσης (sic) συγγενεύει με τον μικροαστισμό της βρετανικής κουλτούρας -με τα φτηνά biscuits από το σούπερ μάρκετ δίπλα στο τσάι- και μία γενιά που δεν έχει που ακριβώς να πάει, γιατί μεγάλωσε και ανατράφηκε ως επένδυση για ένα μέλλον που τελικά δεν υπάρχει και χρειάζεται να επανεφευρεθεί - χωρίς αυτό να είναι απόλυτα κακό. Οι ωραίοι άνθρωποι μας άδειασαν την γωνιά, μάλλον τώρα βαδίζομε όλοι προς τον ίδιο χαμό, το "Common People" είκοσι χρόνια μετά την κυκλοφορία του είναι το anthem της γενιάς μας όσο πότε άλλοτε και η disco του Jarvis Cocker ίσως τελικά και να μας σώσει.
Οι Pulp -κατά μία έννοια- κατάφεραν αυτό που έκανε η pop art στα εικαστικά, την ανάδειξη δηλαδή του καθημερινού αντικειμένου σε τέχνη. Και αν όχι την ανάδειξη, τότε την ενασχοληση με αυτό ως μορφή τέχνης. Ο πίνακας με τις κονσέρβες σούπας Cambell του Andy Warhol είναι το αντίστοιχο "Disco 2000" από τον πλανήτη Sheffield. Ένα αποτυχημένο ραντεβού σε ένα βρώμικο καφέ αποκτά στυλιζάρισμα και γίνεται ολόκληρη ιστορία, η καθιερωμένη Παρασκευιάτικη έξοδος στα ίδια bar αποκτά προσδοκίες και φινάλε στο "Bar Italia" αν μπορείς ακόμα να συρθείς μέχρι εκεί. Με τους Pulp, είσαι εσύ ο ήρωας κάθε κομματιού. Μέχρι τότε οι rock stars ήταν ιδιαίτεροι τύποι, άπιαστοι, που ζούσαν μέσα σε θρύλους όπως ήταν οι ήρωες τους. Στον κόσμο των Pulp ο ήρωας είναι ο υπάλληλος του σούπερ μάρκετ και το ωραιότερο κορίτσι είναι το κορίτσι της διπλανής πόρτας -που όμως μπορεί να τα έχει με κάποιον άλλον που δεν ξέρει πως να της το κάνει και εκείνη φοράει την πιο pencil φούστα στη γη. Το να σου έχει τελειώσει η ζάχαρη μπορεί να είναι η αφορμή για να ξεκινήσει μία ιστορία σε αυτό τον κόσμο και το πρόβλημα που σε απασχολεί είναι πώς θα καταφέρεις να πληρώσεις τις υπόλοιπες μπύρες. Οι Pulp ξέρουν ότι το να είσαι η πιο ωραία του σινεμά (άντε του instagram, για να έρθουμε στον καιρό μας) είναι εύκολο, δεν είναι και κανένα τρομερό κατόρθωμα, έχεις φωτογένεια και έχεις γίνει πλέον μία φωτογραφία. Το να είσαι όμως η πιο όμορφη στην Πανεπιστημίου, στη Διδότου ή ακόμα το να είσαι η ομορφότερη στο Παγκράτι, είναι κάτι πραγματικά δύσκολο (δεν μιλάμε για Sheffield ή Soho, για να έρθουμε στα μέτρα μας). Αν είσαι η ωραιότερη του σινεμα (ή του instagram), κινδυνεύεις να σε αρπάξουν και να σε κάνουν εξώφυλλο, viral, να διαφημίζεις κρέμες και ρούχα ή ακόμα χειρότερα να σε βάλουν βαμμένη στην τηλεόραση να χαιρετάς ανθρώπους που δεν ξέρεις. Στο Παγκράτι οι άνθρωποι σε βλέπουν κάθε μέρα, στο σούπερ μάρκετ, στη σχολή ή απλά στο δρόμο, ξενυχτισμένη, άβαφη ή εξαιρετικά σενιαρισμένη, γελαστή ή κλαμμένη, σε συμπαθούν χωρίς φωτογένεια και έτσι είναι πολύ δύσκολο η επιτροπή να βγάλει αποτέλεσμα. Είναι πολύ πιο δύσκολο να είσαι το ωραιότερο κορίτσι σε αυτά τα μέρη.
Σχεδόν τό ίδιο δύσκολο με το να είσαι η ομορφότερη σε τραγούδι των Pulp. Στους Oasis δεν υπάρχει χώρος, όλο το ενδιαφέρον το έχουν τα αδέρφια Gallagher και το κορίτσι είναι ένα, η Sally. Στους Suede -αιώνιοι εχθροί- δεν υπάρχει ποτέ κανένα συγκεκριμένο κορίτσι, ούτε καμία απόλυτα συγκεκριμένη υπόθεση, γενικά τα πράγματα στους Suede δεν είναι πολύ συγκεκριμένα, είναι φιλόσοφοι οι άνθρωποι (Brett Anderson δεν σε ξεχνώ). Και οι Blur, που συμπληρώνουν την τετράδα της brit pop, είναι μάλλον οι λιγότερο γραφικοί και σίγουρα οι διαχρονικότεροι, επόμένως ναι, μπορείς να είσαι η ομορφότερη σε τραγούδι των Blur, δεν θα έχει όμως τόση σημασία γιατί εκεί άλλα είναι τα προβλήματα. Στους Pulp όμως είναι το δυσκολότερο, γιατί πρέπει κανείς να διαλέξει από τα κορίτσια που δεν έχουν γίνει ακόμα φωτογραφίες, αυτά που περίσσεψαν, που θα βγουν, θα χορέψουν και θα πιούν, γιατί δεν υπάρχει κάτι άλλο να κάνουν. Οι Pulp μιλάνε για ανθρώπους που υπάρχουν, που δεν ανήκουν σε καμία άλλη εποχή, που μπορεί και να μην έχουν παρελθόν και σίγουρα δεν έχουν μέλλον. Στο Παγκράτι ή στο Sheffield λένε μία αληθινή ιστορία με όσο στυλιζάρισμα και γκλίτερ χρειάζεται για να αντέξει κανείς την πραγματικότητα. Στο τέλος της ημέρας, το "Razzmatazz" δεν θα σημαίνει και πάλι τίποτα.
* (Την έχετε δει πουθενά τελευταία; Tην λένε Ντέμπορα, είναι ανύπαντρη μητέρα, θέλω να την βρω και να της κάνω κι άλλα παιδιά, όταν γύρισα μου είπε ότι δεν με θέλει πια, είναι όμως μία κυρία, αλήθεια σας το λέω, δεν με πιστεύετε; Φοράει ροζ γάντια όταν φτάνει εκεί κάτω, έφυγε και δεν ξέρω τι να κάνω, δεν μπορώ να περιμένω άλλο και δεν θέλω, που έχει πάει; Θυμάται άραγε την πρώτη φορά; - εγώ δεν μπορώ να θυμηθώ χειρότερη φορά, όμως τώρα που νυχτώνει πάλι δεν έχω πού να πάω, νομίζω ότι έχω πεθάνει άπειρες φορές αλλά κάτι λάθος έγινε και μάλλον ζω, όχι δεν πέθανα, το συνεχίζω, αλλά θα τελειώσει ποτέ αυτή η νύχτα; Νοιώθω σαν το Χριστό, δεν έιμαι κανένας συγκεκριμένος Χριστός, αλλά ένας από τους διάφορους και όλα είναι απλώς οκ, τίποτα άλλο, εφιάλτης είναι και τα έκανε όλα λάθος, τι έννοεις ότι φταίω εγώ; Και εσύ πού το ξέρεις; Το δωμάτιο αυτό είναι χειρότερο και από εμένα, είναι πολύ βρώμικο, ποιός τάισε τη γάτα; Eγώ σίγουρα όχι, άρα ποιός; Noιώθω σαν το Χριστό και αυτή είπε ότι θέλει να ζήσει όπως ζουν όλοι οι άλλοι. Συγνώμη, ή μάλλον όχι συγνώμη, αλλά δεν θυμάμαι καν το προσωπό σου ή τη φωνή σου. Έχεις πολύ ωραίο σώμα και θα γινόσουν ένα πολύ ωραίο πτώμα, το ξέρεις; Σήμερα είναι η στιγμή, μην φοβάσαι τίποτα, θα πάμε κάπου καλύτερα, για αυτό έλα μαζί μου - απλά κάντο. Πάμε στο σούπερ μάρκετ; Nαι, εντάξει, ας πάμε, ας υποθέσουμε ότι δεν έχεις καθόλου χρήματα. Είναι αστείο, ε; Mάλιστα. Θα κοιμόσουν μάζι μου; Όχι, ε; Μάλιστα. Nαι, φυσικά, καταλαβαίνω. Θες σίγουρα να είσαι όπως όλοι; Φοβάμαι ότι ποτέ δεν θα καταλάβεις πώς είναι, ουσιαστικά πίνεις, χορεύεις άσχημα και γαμιέσαι ακόμα χειρότερα και λοιπόν, ναι, αυτό είναι όλο πάνω κάτω. Θα μπορούσε και να αλλάξει όμως, κάτι θα αλλάξει, ναι, πριν δύο ώρες για παράδειγμα δεν ήξερα το όνομά σου και θα μπορούσα να μην το είχα μάθει, αν είχα μείνει σπίτι ή αν είχες πάει σινεμά, τώρα όμως νομίζω ότι άλλαξαν όλα. Δεν έχω ιδέα τελικά πού θα πάμε. Τέτοια ώρα μόνο ένα μέρος υπάρχει, μπορείς να συρθείς μέχρι εκεί; Δείχνεις χειρότερα από το ερείπιο αυτό, αλλά αν αντέχεις σε παρακαλώ παρήγγειλε και σε μένα έναν καφέ. Ζάχαρη δύο. Oι άλλοι πάνε για δουλειά, έλα κουνήσου πάμε, εκεί είναι στη γωνία, στο Σόχο ξημερώνει. Τι έγινε, τι έχασες; Στο Σόχο ξημερώνει, τα έχασες εντελώς; Μην ζητάς συγνώμη, για αυτό είναι οι φίλοι. Αν θες μπορείς να καπνίσεις πάλι τα τσιγάρα μου, τo έχεις ξανακάνει και περιμένω να το ξανακάνεις. Είσαι ένας εφιάλτης και φύγε από μπροστά, γιατί μου κρύβεις την τηλεόραση. Το ξέρεις ότι είσαι το τελευταίο ποτό που καλό θα ήταν να μην είχα πιεί, το τρένο που καλό θα ήταν να μην είχα προλάβει, το πάρτυ που καλό θα ήταν να μην είχα πάει, το κούρεμα που καλό θα ήταν να μην είχα κάνει, η ταινία που καλό θα ήταν να μην είχα δει και είναι μεγάλη σου τύχη που είμαστε φιλοι; Μήπως εσύ τάισες την γάτα; Αυτό το σαλόνι είναι χάλια, είναι χειρότερο και από εμένα, να κάτσω λίγο κάτω από το τραπέζι; - δεν θα ενοχλήσω, θα περιμένω να πιεις το τσάι σου, κάνε ό,τι θές απλά να μέινω λίγο ακόμα κάτω από το τραπέζι μαζί της; Δεν την έχετε δει αλήθεια πουθενά τώρα πρόσφατα; Νομίζω ότι τελικά φταίει που η μάνα της κοιμόταν με τον αδερφό της. Συγνώμη, μήπως μιλάω πολύ γρήγορα; Mε προλάβαίνεις; Μπορώ να στα γράψω αν θες κάπου. Έχεις παχύνει και ο γκόμενός σου μοίαζει με έναν αστείο τυπο που έχω δει στην τηλεόραση. Εγώ δεν ήθελα να μείνεις, στα ψέματα στο είπα. Το ξέρεις ότι τίποτα από όλα αυτά δεν πιάνει πλέον, έτσι; Συγνώμη, δείχνεις αλήθεια χάλια. Την είδατε; Noμίζω ότι επιτέλους την βρήκα, ξέρετε αυτή είναι η δουλειά μου, κατασκοπεύω, είμαι κατάσκοπος, είναι το επάγγελμά μου αυτό, ναι όπως στις ταινίες, ακριβώς, δεν κάνω καθόλου πλάκα, είμαι αληθινός κατάσκοπος και ειδικεύομαι σε θέματα εκδίκησης. Κάθε βράδυ, καταστρώνω το σχέδιο πώς θα οργανώσω τον θρίαμβό μου, πώς θα έρθω να τη βρω τα μεσάνυχτα, πώς θα καπνίσω όλα τα πούρα του και θα πιω όλο το μπράντυ που έχει στην ντουλάπα του και πώς θα την πάρω πίσω, η ζωή της θα είναι σίγουρα φριχτή, εγώ όμως δεν μπορώ να αποτύχω. Νιώθω σαν το Ιησού Χριστό, αλλά είμαι σαν όλους τους άλλους, είσαι με τα εσώρουχα μόνη σε λάθος δωμάτιο, ένας κανονικός άνθρωπος που θα πεθάνει όπως όλοι και θα γίνει ένα ωραίο πτώμα. Πρέπει να προσπαθήσουμε να ξεχάσουμε ότι τίποτα δεν κρατάει για πάντα. Αν την βγάλουμε καθαρή από όλο αυτό την άλλη εβδομάδα, ίδια ώρα, ίδιο μέρος, εδώ στη γωνία στο Σόχο).
* παραλήρημα χωρίς νόημα βασισμένο στους στίχους από τα εξης κομμάτια: Ηave Υou Seen Her Lately, Disco 2000, Βabies, Pink Glove, Shes a Lady, Do You Remember The First Time?, Death ΙΙ, Death Comes To The Town, Common People, Something Changed, Bar Italia, Υοu're a Nightmare, Like a Friend, Αcrylic Afternoons, Razzmatazz, I Spy, Underwear, Help the Aged.