To ypogeio.gr

Θανάσης Παπακωνσταντίνου:

20 σκονισμένα διαμάντια

από 30 χρόνια δισκογραφίας


photo by Nikos Vourlakos / από την επίσημη σελίδα του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο facebook


* Το παρόν άρθρο-αφιέρωμα είναι ένα πόνημα του εξαίρετου μουσικού συντάκτη, αλλά και μουσικού, Μιχάλη Τσαντίλα. Τον ευχαριστούμε θερμά για την παρουσία του στο Υπόγειο, είναι μεγάλη η χαρά και η τιμή μας.
 


Τον περασμένο Δεκέμβρη, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου κυκλοφόρησε ψηφιακά τη δέκατη πέμπτη στουντιακή δουλειά του. Το "Urbanum", που μόλις πριν μερικές εβδομάδες βρέθηκε και στα δισκοπωλεία ως CD,  είναι ένας από τους πλέον ασυμβίβαστους δίσκους του, γεμάτος καινοφανή ηχοτοπία και μυστηριώδεις αφηγήσεις.

Η εν λόγω κυκλοφορία ήρθε λίγους μήνες μετά το ορόσημο της συμπλήρωσης 30 χρόνων δισκογραφικής παρουσίας για τον καλλιτέχνη: η "Αγία Νοσταλγία", ο δίσκος που τον σύστησε επισήμως στο κοινό, κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1993. Κάπως έτσι, το "Urbanum" λαμβάνει τη θέση της εναρκτήριας εργασίας από τη... δεύτερη τριακονταετία δράσης του.

Ανατρέχοντας σε όσα προηγήθηκαν, εύκολα θα διαπιστώσουμε ότι ο Παπακωνσταντίνου κατόρθωσε μέσα σε αυτό το διάστημα να μας απασχολεί σχεδόν πάντα με τους δικούς του, καθαρά καλλιτεχνικούς, όρους, να παραμείνει προσηλωμένος στο όραμά του και σταθερά παραγωγικός, και σιγά σιγά να χτίσει μια δυνατή σχέση με ένα ιδιαίτερα μεγάλο και αρκετά ετερόκλητο κοινό.

Πολλά είναι τα τραγούδια του που βρέθηκαν στο επίκεντρο αυτής της σχέσης -που τραγουδήθηκαν δυνατά στις συναυλίες, που «έσπρωξαν» τις πωλήσεις των δίσκων του, που δέχτηκαν εκατομμύρια «χτυπήματα» στις ψηφιακές πλατφόρμες. Όμως, στην ιστορία κάθε καλλιτέχνη με αντίστοιχου πλάτους και βάθους παραγωγή, υπάρχουν και κάποια άλλα κομμάτια, πιο βραδυφλεγή, πιο «ντροπαλά»: εκείνα που ζητούν τον χώρο και τον χρόνο τους, που δεν γίνονται ποτέ τα αγαπημένα των πολλών, που περιμένουν υπομονετικά κάποιον να τινάξει από πάνω τους τη σκόνη της λήθης, για να αποκαλύψει τη λάμψη τους.

Σε είκοσι τέτοια διαμάντια, τραγούδια και ορχηστρικά, εστιάζουμε εδώ, επιχειρώντας μία εναλλακτική αναδρομή, με χρονολογική σειρά, στους δισκογραφικούς σταθμούς μιας εξόχως ενδιαφέρουσας διαδρομής.



photo από την επίσημη σελίδα του Θανάση Παπακωνσταντίνου στο facebook

 


“Πάστα Με Κερασάκι” (Αγία Νοσταλγία, 1993) 

«Πάστα» είναι η ζωή και «κερασάκι» η Αθλητική Ένωση Λάρισας, σε τούτο το ρεμπετοειδές λαϊκό, από το αποπνέον μια γλυκιά ερασιτεχνικότητα ντεμπούτο του Θεσσαλού. Στους στίχους παρελαύνουν τόσο η κοινωνική ζωή της Λάρισας, όσο και οι εσωτερικές διενέξεις ενός αληθινού καλλιτέχνη, που αναλώνεται σε πεζές εργασίες «στης ΔΕΥΑΛ τα χαρακώματα». Παρόν είναι επίσης το μυθολογικό/μυθοποιητικό στοιχείο, που έμελλε να έχει σταθερή παρουσία στο έργο του («στη σκοτεινή πλευρά τελώνια λευτερώνονται»), όπως και μια δόση αυτοσαρκασμού. Όσο για τη μελωδία, αποτελεί μάρτυρα δυνατής φλέβας. Οι παιδικές φωνές που απαγγέλουν στην έναρξη ανήκουν στους δίδυμους γιους του, Αριστοτέλη και Κωσταντή.
 


 

 

“Η Βέρα” (Στην Ανδρομέδα Και Στη Γη, 1995)

Το δεύτερο άλμπουμ του Παπακωνσταντίνου είναι εκείνο που ευθύνεται κυρίως για την έκτοτε καταχώρισή του στον χώρο του «έντεχνου» τραγουδιού («φοβερή φράση, μου φέρνει αναγούλα», γράφει ο ίδιος για τον όρο, σε σημείωμα για την επανέκδοση του δίσκου, το 2002). Στο εν λόγω κομμάτι, ο Σωκράτης Μάλαμας και η Μελίνα Κανά διηγούνται την ιστορία ενός άντρα που αποφασίζει να απαρνηθεί τα συζυγικά δεσμά του, σε μια αφήγηση με όρους αρχαίου δράματος: στα κουπλέ μιλά ο πρωταγωνιστής, σε πρώτο πρόσωπο, ενώ στα ρεφρέν απαντά ο χορός, περιγράφοντας σε τρίτο πρόσωπο. Το αλέγκρο μουσικό κομμάτι, από την άλλη, σχολιάζει τα καθέκαστα με μάλλον περιπαιχτικό τόνο.
 


 

 

“Παραβολή Του Ασώτου” (Της Αγάπης Γερακάρης, 1996)

Ο Παπακωνσταντίνου έχει συχνά υποστηρίξει ότι πολλά τραγούδια του έχουν γραφτεί με ένα «συναίσθημα τρυφερότητας για τον άνθρωπο»· το παρόν είναι σίγουρα ένα από αυτά. Εδώ ο δημιουργός βλέπει με συμπόνια τον μέθυσο και αγύρτη, φτιάχνοντας εναργείς ποιητικές εικόνες («Της νύχτας η ακταιωρός τους πλάνητες μαζεύει, με χάδια τους χαζεύει, με χίλια ξωτικά. Ξεχύνεται απ’ τα αμπάρια της κρασί βαλσαμωμένο, κόκκινο, κεντημένο με σταυροβελονιά»), χωρίς να ξεπέφτει ποτέ στον διδακτισμό· απλώς παρατηρεί ότι «όσοι σέρνονται τις νύχτες πέφτουνε σε μαύρες τρύπες». Την ίδια τρυφερότητα δείχνει και το μουσικό κομμάτι, με πιάνο, τσέμπαλο και τσέλο να δίνουν μια μπαρόκ αύρα στην εύθραυστη μελωδία· ενώ η Μελίνα Κανά καταθέτει μια λιτή και συγκινητική ερμηνεία.
 


 

 

“Αλεξάντρα” (Λάφυρα, 1998)

Στον τέταρτο δίσκο του ο Παπακωνσταντίνου συνεργάστηκε με τους Ashkhabad, ένα συγκρότημα από το Τουρκμενιστάν, που πήραν το όνομά τους από την πρωτεύουσα της χώρας - η λέξη μεταφράζεται ως «πόλη της αγάπης», εξ ου και ο δίσκος "City Of Love" (1993), που ηχογράφησαν για την Real World Records του Peter Gabriel. Ο πανηγυρικός ήχος τους ταίριαξε γάντι στα τραγούδια -όπως στο συγκεκριμένο, όπου η γυναίκα του τίτλου παραλληλίζεται με τη σαλαμάνδρα την κοινή, που έχει δέρμα μαύρο με κίτρινες βούλες («κίτρινα φοράς και μαύρα, μες στις ομορφιές»). Πρόκειται για ένα μελωδικότατο συρτοτσιφτετέλι, που εκφράζει τον πόνο του απατημένου («Αλεξάντρα, σαλαμάντρα, τι κακό είν’ αυτό! Γιατί πήγες μ’ άλλον άντρα, παλιοκόριτσο;»), χωρίς να προβαίνει σε κλισέ απειλές περί εκδίκησης και λοιπές μάτσο δηλώσεις.
 


 

 

“Ήμερος Ύπνος” (Βραχνός Προφήτης, 2000)

Κυκλοφορώντας το άλμπουμ "Βραχνός Προφήτης", όπου, με τη βοήθεια του Μπάμπη Παπαδόπουλου, παρουσίασε έναν νέο ήχο, αλλά και νέες πτυχές της τραγουδοποιίας του, ο Παπακωνσταντίνου προκάλεσε έντοντες εντυπώσεις και συζητήσεις. Το εναρκτήριο κομμάτι ξεγελά τον ακροατή ως προς το τι έπεται, καθώς ξεκινά με ακουστική ενορχήστρωση (κιθάρα, καζού), και τις φωνές των Γιώργου Κωνσταντινίδη (τότε μέλος της Αντισεισμικής Κομπανίας, σήμερα των Manitarock) και Δημήτρη Κιτσιούλη να αυτοσχεδιάζουν πάνω στη μελωδία από το ηπειρώτικο μοιρολόι “Τι Κακό ‘κανα Ο Καημένος”. Οι στίχοι ανήκουν στον ποιητή Χρήστο Μπράβο (1948-1987), και καταπιάνονται με τη φύση και τον θάνατο -θέματα που κατ’ εξοχήν απασχολούν και το έργο του Παπακωνσταντίνου. Με το τέλος του προοιμίου, το ακρόαμα αποκτά νέες διαστάσεις, καθώς βιολιά, τσέλο, ακουστικό μπάσο, τζουράς, και ηλεκτρικές κιθάρες (δια)πλέκονται, υφαίνοντας «σεντόνι τρυφερό», αλλά και μυστηριώδες, επί του οποίου προβάλλονται εικόνες αμείλικτης νομοτέλειας: «Κι όμως το πιο γλυκό βιολί το παίζει ο θάνατος».
 


 

 

“Μ 81” (Βραχνός Προφήτης, 2000)

Στον Βραχνό Προφήτη δεν πέρασαν όλα από τα χέρια του Μπάμπη Παπαδόπουλου. Για την ενορχήστρωση ετούτου του ορχηστρικού, λ.χ., ευθύνεται η Kora Michaelian, μουσικός αρμενικής καταγωγής, και μέλος των Nor Dar, που χάθηκε πολύ πρόωρα το 2001. Ο τίτλος του κομματιού αναφέρεται στον σπειροειδή γαλαξία Messier 81, που βρίσκεται σε απόσταση 12 εκατομμυρίων φωτός από τη Γη, στην κατεύθυνση του αστερισμού της Μεγάλης Άρκτου, και ο οποίος περιέχει μία γιγαντιαία μαύρη τρύπα, αλλά και περιοχές όπου γεννιούνται νέα άστρα. Η μονομαχία χαμού και δημιουργίας μεταφέρεται έξοχα στο ηχητικό αποτέλεσμα, μέσω των εναλλαγών ανάμεσα σε ένα ατονικό μέρος και σε ένα λυρικό. Όπως μού δήλωσε κάποτε ο Παπακωνσταντίνου, η Michaelian «απογείωσε το “Μ 81”, κάνοντας ένα κομμάτι βγαλμένο με τη μπουζουκομάνα να ακούγεται σαν σπουδή στον Σοστακόβιτς».
 


 

 

“Σ’ Αφήνω Γεια” (Αγρύπνια, 2002)

Εκεί που ο Βραχνός Προφήτης εστίαζε σε λόγγους και ξέφωτα του θεσσαλικού ανάγλυφου, στοχαζόμενος το επέκεινα μέσα από ηχογραφήσεις «δωματίου», η "Αγρύπνια" έκανε zoom out, αψήφισε τα σύνορα, και σάρωσε αχανείς ερημικές εκτάσεις, ηχώντας σαν «πέλαγο ανοιχτό». Το παρόν επικό ορχηστρικό ξεκινά με μια λιτή μουσική φράση (η οποία αργότερα έγινε εισαγωγικό μοτίβο του “Sara”, στον δίσκο "Η Βροχή Από Κάτω"), για να εξελιχθεί σε ένα διαστημικό τζαμάρισμα που εμπλέκει λυσασμένες κιθάρες, μανιασμένα πνευστά και δωρικά έγχορδα. Με διάρκεια 7 λεπτών και 43 δευτερολέπτων, είναι η μεγαλύτερη σε διάρκεια σύνθεση που υπάρχει σε στουντιακό πόνημα του Παπακωνσταντίνου. Μία έξτρα οργιαστική -και ακόμα πιο μακροσκελής- εκτέλεση υπάρχει στο διπλό live άλμπουμ "Τα Ζωντανά" (2004).
 


 

 

“Να Βγαίνεις Απ’ Το Όνειρο” (Αγρύπνια, 2002)

Η Αγρύπνια, όπως δηλώνει ο τίτλος, αλλά και το εξώφυλλό της (το οποίο, παρεμπιπτόντως, συγγενεύει στενά με εκείνο του Ramp των Giant Sand), αφηγείται νυχτερινές ιστορίες. Ένα από τα σημεία εστίασης είναι ο κόσμος του ύπνου και των ονείρων, ως πεδίο καταφυγής, όπου ο άνθρωπος μπορεί να είναι ελεύθερος από τα δεσμά της καθημερινότητας. Στην εν λόγω βινιέτα η ενορχήστρωση φέρει ψυχεδελικές επιρροές, ενώ η φευγαλέα μελωδική γραμμή σκηνοθετεί άψογα το μεταίχμιο μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, που περιγράφουν οι λέξεις του ποιητή Γιάννη Ζαρκάδη.
 


 

 

“Άυπνη Πόλη” (Η Βροχή Από Κάτω, 2006)

Με το άλμπουμ "Η Βροχή Από Κάτω" ο Παπακωνσταντίνου άγγιξε τις εσχατιές της ανανεωτικής λογικής με την οποία κινήθηκε από τον Βραχνό Προφήτη και μετά. Πετώντας σχεδόν κάθε νοιάξιμο για χάιδεμα των αφτιών του ακροατή, εξερεύνησε τοπία άγρια και τρομαχτικά, επιχειρώντας να εκφράσει με ήχους το άρρητο. Οι στίχοι στην “Άυπνη Πόλη” αποτελούν διασκευή αποσπάσματος από το ομώνυμο ποίημα του F. G. Lorca, σε μετάφραση Μαρίας Ευσταθιάδη -κάποιοι στίχοι ακούγονται και στα ισπανικά, από τη Μάρθα Φριντζήλα. Θεματολογικά, ο μίτος πιάνεται από εκεί που τον άφησε η Αγρύπνια· όμως εδώ μιλά ο Δυνάστης, που αποσκοπεί στην εξάλειψη της ελευθερίας της ονειροπόλησης. Το ποτάμι του ήχου (samples, πνευστά, κιθάρες, αφρικάνικη άρπα, λάφτα, μελόντικα, καντέλε, κουδούνα...) ρέει μέσα στην κοίτη που σχηματίζει η ρυθμική λούπα διά χειρών Κώστα Θεοδώρου. Μια παραλλαγή του κομματιού χρησιμοποιήθηκε στη θεατρική παράσταση Η Μοιρασιά Του Διαβόλου, του ΚΘΒΕ, σε σκηνοθεσία Πέτρου Σεβαστίκογλου.
 


 

 

“Το Όνειρο Της Σκιάς” (Η Βροχή Από Κάτω, 2006)

Ένα ορχηστρικό που ανήκει στις πλέον υπερβατικές στιγμές του δίσκου Η Βροχή Από Κάτω. Η φράση «Από τότε που ήρθαμε εδώ πέρα, η ζωή μου περιτριγυρίζεται με θανάτους» (προερχόμενη πιθανότατα από μεταγλωττισμένη λατινοαμερικάνικη τηλεοπτική σειρά) δίνει έναν ζοφερό τόνο, βάζοντας βαθιά το χέρι στο ασυνείδητο για να αναδεύσει τους πιο αρχέγονους φόβους. Μια παραλλαγή του κομματιού χρησιμοποιήθηκε στην παράσταση Μυστικός Δείπνος, της ομάδας χορού Sinequanon. Ανατρέχοντας στην αριστοτεχνικής σχεδίασης συσκευασία του CD (διά χειρών Μάνου Χαμηλάκη και Μάρθας Φριντζήλα) διαπιστώνεται ότι οι αναγραφόμενοι στίχοι για το κομμάτι (οι οποίοι δεν ακούγονται πουθενά στην ηχογράφηση), ταυτίζονται με τμήμα εκείνων για τα “Τρία Βασικά Ερωτήματα”, από το Urbanum.
 


 

 

“360 Χλμ.”(Διάφανος, 2006)

Ο τίτλος αναφέρεται στην απόσταση ανάμεσα στη Λάρισα και την Αθήνα, και το τραγούδι αποτελεί μια ποιητική περιγραφή της διαδρομής («Πρώτα ο Καραβόμυλος, ύστερα η Στυλίδα κι ύστερα την Ιεριχώ μπροστά στα μάτια μου είδα»), με την αναζήτηση του προορισμού να άπτεται και εσώτερων ζητημάτων («Δεν ξέρω πού γεννήθηκα, θυμίστε μου πού πάω. Έχασα αυτούς που έψαχνα, κι αυτούς που αγαπάω»). Ο ήχος αποτελεί τυπικό παράδειγμα της «back to basics» λογικής που διέπει το άλμπουμ "Διάφανος". Εξαιρετική η ερμηνεία της Μάρθας Φριντζήλα, που στέκει μπροστά στο μικρόφωνο πότε τρυφερή (όπως ζητά το μπαλαντοειδές κουπλέ), και πότε μαινόμενη (όπως επιτάσσει η εκρηκτικότητα του ρεφρέν).
 


 

 

“Ζεϊμπέκικο Της Κυριακής” (Ο Σαμάνος, 2009)

Ένας φόρος τιμής στον Βασίλη Τσιτσάνη και στη “Συννεφιασμένη Κυριακή” του, από τον δίσκο-συνεργασία του Παπακωνσταντίνου με τον Διονύση Σαββόπουλο. Τα πόδια πατάνε γερά στη λαϊκή φλέβα, αλλά το πνεύμα είναι προσηλωμένο στο τώρα. Η μουσική φράση της εισαγωγής αποτελεί αναφορά στο τραγούδι “Πεχλιβάνης” από τον Βραχνό Προφήτη -το μοτίβο της επαναχρησιμοποίησης μουσικών φράσεων διατρέχει όλη την πορεία του συνθέτη. Η αφήγηση μεταφέρει απαράμιλλα το αίσθημα της κυριακάτικης «μούχλας» («Ζεϊμπέκικο της Κυριακής, μες στο δωμάτιο μόνος. Χέρια χτυπάει γονατιστός ο σταυρωτής ο χρόνος»), αγγίζοντας την ποιότητα και την πύκνωση της λαϊκής σοφίας («Άπιστος που προσεύχεται, παρηγοριά δεν έχει»).
 


 

 

“Το Κάλεσμα” (Ο Σαμάνος, 2009)

Πολλά τραγούδια του Παπακωνσταντίνου κάνουν λόγο για φυγή -ηθελημένη ή ακούσια, του σώματος ή του νου. Εδώ ένας ξαφνικός άνεμος τον παίρνει σηκωτό, και τον σέρνει σε ένα ταξίδι συνειδητοποίησης του φόβου του απέναντι στον θάνατο. Οι Άγιοι τόποι μπλέκονται με τους εγχώριους («Στον Ιορδάνη ήμουνα -ή μήπως στο Ασμάκι;»), οι εικόνες είναι διαυγείς («Άνοιξε το βιβλίο του στην πρώτη τη σελίδα. Ξεπήδησαν τα γράμματα και γίνηκαν πουλιά» ή «Κι ο Ιωσήφ που πέρναγε -μοιραία ή κατά τύχη- από τ’ αυτί του τράβηξε και μου ‘δωσε του μαραγκού μολύβι»), η ερμηνεία του Σαββόπουλου αριστοτεχνική. Οι φωνές στην εισαγωγή και στις εμβόλιμες «γέφυρες» τραγουδούν φθόγγους που μοιάζουν να κρατάνε από τα βυζαντινά «τεριρέμ».
 


 

 

“Ομίχλη” (Ο Ελάχιστος Εαυτός, 2011)

Για το δέκατο άλμπουμ του, ο Παπακωνσταντίνου ανέθεσε τις ενορχηστρώσεις στον Φώτη Σιώτα. Ένα έξοχο δείγμα της δουλειάς του τελευταίου είναι και η “Ομίχλη”, όπου ο Ορφέας Περίδης αφηγείται μία νυχτερινή περιήγηση μέχρι το Γκουνταμάνι, τη δεύτερη κορυφή του Κάτω Ολύμπου (υψόμετρο 1,419m), με τον ήχο να αναπλάθει πιστά το υγρό και ομιχλώδες κλίμα του χειμώνα. Η φύση γίνεται καταφύγιο για τον επισκέπτη («Με καλοδέχθη το βουνό, μου φτιάχνει προσκεφάλι, με κάπαρη, με ρίγανη, με μέντα και θυμάρι»), ενώ, για άλλη μια φορά, το όνειρο παρέχει δίοδο απόδρασης («Σκοτάδι είναι, παγωνιά. Στα σπίτια όλοι κοιμούνται, μ’ από τις γρίλιες όνειρα βγαίνουν και συναντιούνται»). Ως... γκεστ εμφανίζεται και ο λήσταρχος Λεωνίδας Μπαμπάνης, συνεργάτης του διαβόητου Φώτη Γιαγκούλα, που δρούσε στην περιοχή κατά την περίοδο του μεσοπολέμου.
 


 

 

“Ο Ακίνητος” (Μαγγανείες, 2012)

Το άλμπουμ "Μαγγανείες" συνήθως δεν καταχωρίζεται στην προσωπική δισκογραφία του Παπακωνσταντίνου, αλλά σε εκείνη του Γιάννη Χαρούλη. Όλα τα τραγούδια του δίσκου, πάντως, ανήκουν στον πρώτο, ενώ ο δεύτερος ερμηνεύει, και φροντίζει για τις ενορχηστρώσεις. Ο βασικότερος λόγος για τη συνεργασία τους φαίνεται πως ήταν η ομοιότητα του ηχοχρώματος του Χαρούλη με εκείνο του Νίκου Ξυλούρη -ο Παπακωνσταντίνου είχε προηγουμένως δηλώσει πολλάκις την αγάπη του για τη φωνή του Αρχάγγελου της Κρήτης. Η συγκεκριμένη σύνθεση, σε εφαρμογή του τίτλου της, είναι στατική, ήσυχη και ντελικάτη. Η αφαιρετική συνοδεία (λαούτο και ηλεκτρική κιθάρα) επιτρέπει στην όλο ευθραυστότητα και ευαισθησία ερμηνεία του Χαρούλη να λάμψει.
 


 

 

“A. Select” (Πρόσκληση Σε Δείπνο Κυανίου, 2014)

Το δωδέκατο άλμπουμ του Παπακωνσταντίνου είναι, με διαφορά, το πλέον αδικημένο -και άνισα ιδωμένο- της πορείας του: από τη μία υπάρχει η “Ηλιόπετρα”, με εκατομμύρια παιξίματα στις πλατφόρμες και σταθερή θέση στις συναυλίες, κι από την άλλη όλα τα υπόλοιπα τραγούδια, που μετά βίας συγκεντρώνουν λίγες δεκάδες χιλιάδες stream το καθένα. Κι όμως, παρότι ο δίσκος είναι αρκετά «στριφνός», από άποψη ήχου και θεματολογίας, και επίσης όχι ιδιαίτερα καλά ηχογραφημένος, το περιεχόμενό του είναι πλούσιο, όπως μαρτυρά και το συγκεκριμένο κομμάτι. Ο τίτλος αναφέρεται σε γνωστό ξενοδοχείο του κέντρου της Αθήνας, και τα λόγια μοιάζουν με ημερολογιακή καταγραφή της αποκλιμάκωσης της έντασης, έπειτα από συναυλία. Η μεταιώριση μεταξύ ύπνου και ξύπνιου που περιγράφεται στους στίχους βρίσκει άρτια αντανάκλαση στη νουάρ ατμόσφαιρα που στήνεται από πλήκτρα, Rhodes και τρομπέτα με σουρντίνα. Αξιοσημείωτη είναι η απουσία οποιασδήποτε προσπάθειας για ομοιοκαταληξία.
 


 

 

“Η Αλίκη Στη Χώρα Των Τραυμάτων” (Πρόσκληση Σε Δείπνο Κυανίου, 2014)

Μία ακόμα επιλογή από την "Πρόσκληση Σε Δείπνο Κυανίου", στην οποία ο Παπακωνσταντίνου καταπιάστηκε με θέματα ζόρικα. Εδώ μάς αφηγείται τις περιπέτειες μιας παραμελημένης έφηβης («Η μάνα κι ο πατέρας αγάλματα στον κήπο»), που το σκάει από το σπίτι και έρχεται αντιμέτωπη με τους κινδύνους του έξω κόσμου («Βλέπει να αιμορραγούν διαβάτες γύρω της, μα είναι χνούδαλο, δεν ξέρει ακόμα»). Ο συνδυασμός σόουλ, τζαζ και ροκ μουσικών στοιχείων, ο απαράμιλλος ποιητικός οίστρος, και ο τρόπος με τον οποίο τα δύο μέρη αλληλοσυμπληρώνονται αλλά και κοντράρονται, οδηγούν στην υπέρβαση -και σε μια ακόμα φράση-απόφθεγμα: «Κάθε απώλεια είναι παράσημο που καρφιτσώνεται βαθιά στο σώμα».
 


 

 

“Τρυφερή Σκιά” (Με Στόμα Που Γελά, 2018)

Ένα δομικό μοτίβο που ακολουθούν πολλά τραγούδια του Παπακωνσταντίνου -και από την παρούσα λίστα- είναι η απουσία συμβατικού ρεφρέν, και η αντικατάστασή του από το θέμα της εισαγωγής, που επιστρέφει ως ιντερλούδιο. Αυτό ισχύει και για το τραγούδι που κλείνει τον δίσκο "Με Στόμα Που Γελά". Τα τύμπανα εδώ ηχούν τεράστια, και γενικά ο ήχος υποβάλει με το ανοιχτό πεδίο που υφαίνουν οι αντηχήσεις. Οι στίχοι μεταφέρουν εικόνες υψηλής ευκρίνειας («Αναστενάζεις και τότε ανοίγουν οι πόρτες μόνες τους σ’ όλη την πόλη» και «Πολλοί κοιμούνται και τα σεντόνια είναι παγόβουνα πάνω στις πλάτες»), ψηλαφώντας με λέξεις το θέμα με το οποίο αναμετρήθηκε ο συνθέτης στο “Όνειρο Της Σκιάς”.
 


 

 

“Η Γυναίκα Απ’ Την Τυφλίδα” (Απροστάτευτος, 2021)

Στο τελευταίο άλμπουμ της πρώτης τριακονταετίας του στη δισκογραφία, ο Παπακωνσταντίνου κατέθεσε μια σειρά τραγουδιών που έχουν αποτυπωθεί με έναν τρόπο ήμερο, χωρίς ενορχηστρωτικές εκπλήξεις ή λοξοδρομήσεις -ίσως ο τίτλος "Απροστάτευτος" να παραπέμπει (και) σε αυτό. Στο συγκεκριμένο κομμάτι έχουμε ορθόδοξη δομή: το κουπλέ στριμώχνει τις λέξεις, δημιουργώντας ένταση, ενώ το ρεφρέν έρχεται σαν καθαρτήρια ανάσα, καθώς ο αφηγητής αποφασίζει να πάρει την τύχη του πονήματός του στα χέρια του: «Άνθρωποι σ’ ανθρώπους μοιράζουνε ψωμί, και θάνατο και ήλιο, σαν να ‘τανε θεοί. Δικό μου το τραγούδι, μπορώ να ευχηθώ την άγρια πλευρά τους να μην την ξαναδώ».
 


 

 

“Με Τα Χρόνια” (Απροστάτευτος, 2021)

Το τραγούδι που κλείνει τον Απροστάτευτο μάς δείχνει πόσα πολλά μπορούν να γίνουν με μια χούφτα ακόρντα, μια αφαιρετική ενορχήστρωση, και μια τραχιά αλλά ηλεκτρισμένη φωνή -αν, βέβαια, υπάρχει συγκεκριμένο όραμα. Ξεκινώντας από το τρεμόπαιγμα ενός λαμπτήρα, ο Παπακωνσταντίνου φτάνει συνειρμικά μέχρι την «Απώτατη τη Θούλη», νήσο του Βορρά στην οποία έχει αναφερθεί ο αρχαίος ερευνητής Πυθέας (4ος αιώνας π.Χ.), και που έκτοτε χρησιμοποποιείται ως σύμβολο κάθε εσχατιάς. Η φαινομενικά απλή αυτή ιδέα μοιάζει να αφορμάται από οικολογικές ανησυχίες - κάτι τέτοιο δηλώνουν οι αναφορές στον Σούνταν (ο τελευταίος αρσενικός λευκός ρινόκερος του Βορρά, που πέθανε στην Κένυα, το 2018), στους βουφάγους (πτηνά που ζουν προσκολλημένα στο σώμα μεγάλων θηλαστικών), και σε «δέντρα με θλιμμένες πλάτες». Στο κλείσιμο, όλη η παραγωγή καταρρέει, και (είναι σαν να) βρισκόμαστε ξαφνικά στο δωμάτιο όπου ο δημιουργός, μόνος με το λαούτο του, ηχογραφεί το πρώτο ντέμο του τραγουδιού.
 

Σχετικα Αρθρα
ypogeio.gr
Δύο Κείμενα
για τον Αγαπημένο
David Lynch
(20/01/2025)
ypogeio.gr
Ακούω Ελληνικά
11/2024
(05/12/2024)
ypogeio.gr
Nick Cave:
Το Χρονικό
Ενός Εξωγήινου Υπερήρωα
(20/11/2017)
ypogeio.gr
ΠΡΟΣΕΧΩΣ
12 Δίσκοι και 4 Συναυλίες
για τον Οκτώβριο
(03/10/2023)
Χρησιμοποιούμε cookies μόνο για στατιστικούς λόγους (google analytics). Δεν συλλέγουμε κανένα προσωπικό δεδομένο.
ΕΝΤΑΞΕΙ