Νέες Κυκλοφορίες
Ghosteen
Nick Cave & The Bad Seeds
Τρεις Υπόγειοι, o Γιώργος Δημητριάδης, ο Στέργιος Κωστούλας και ο Μιχάλης Νικολίτσης, και ένας εκλεκτός καλεσμένος, ο Νικόλας Αλαβάνος των The BitterSweet, καταθέτουν τη γνώμη τους για το νέο 17ο δίσκο του Nick Cave & The Bad Seeds, "Ghosteen", ο οποίος κυκλοφόρησε στις 4 του Οκτώβρη και μοιάζει ως τώρα κάπως να έχει διχάσει τους χιλιάδες και πιστούς fans τους...
George Dimitriadis
“Over time I have learned that the opportunity to say goodbye is the ultimate privilege”
Αγάπη και οδύνη. Χέρι χέρι, παρέα χιλιετίες τώρα. Η απώλεια πάντα θα κάνει αυτόν τον κόσμο να κινείται και μια καρδιά που πονάει θα είναι πάντα μια καρδιά που δουλεύει.
Ο νέος δίσκος του Nick Cave είναι μια βουτιά στο χάος και στο έρεβος. Το "Ghosteen" κλείνει μια τριλογία που άνοιξε με το "Push The Sky Away” και συνέχισε με το "Skeleton Tree". Τα περισσότερα - αν όχι όλα - τα κομμάτια του "Skeleton Tree" είχαν προλάβει να βγουν στο φως αρκετό καιρό πριν το χαμό του γιου του Nick. Οπότε εδώ, στο Ghosteen, o Cave βουτάει βαθιά μέσα του, καταπιάνεται με μια από τις πιο σκληρές πλευρές της απώλειας και σε όλη τη διάρκεια του δίσκου είναι σαν να ακούς μια κραυγή, έναν λυγμό που λέει "και τώρα πώς προχωράω;".
Το "Ghosteen" έρχεται σε δύο μέρη, διπλό άλμπουμ. «Τα τραγούδια στο πρώτο άλμπουμ είναι τα παιδιά, τα τραγούδια στο δεύτερο είναι οι γονείς τους».
Οι στίχοι είναι τρομακτικά δυνατοί, σχεδόν σε εκριζώνουν. Η πρώτη ακρόαση, αργά τη νύχτα εκείνη που κυκλοφόρησε ο δίσκος, με βρήκε στο μπαλκόνι μου με τα ακουστικά μου, αναψοκοκκινισμένο από τη βραδινή δροσιά. Δεν ξέρω γιατί. Όλα τα προβλήματα μου βγήκαν μπροστά μπροστά, τρόμαξα μπροστά στο μεγαλείο του ανθρώπου που μπορεί να κάνει λέξεις την απώλεια, σε μια λυτρωτική διαδικασία που τελικά βγάζει στο φως. Το "Ghosteen" είναι ακριβώς αυτό. Μια διαδικασία κάθαρσης, ένα ταξίδι στο φως, τα σύννεφα και οι αναταράξεις μέσα στο σύννεφο, που κάνουν το αεροπλάνο να κλυδωνίζεται, αλλά νιώθεις ότι θα δεις τα φώτα του διαδρόμου όπου να ΄ναι.
Στον διάδρομο που περιέγραψα πριν τελειώνει το ταξίδι. Κάποια στιγμή σκέφτηκα ότι μπορεί ο Cave να προσπαθεί με αυτόν τον δίσκο να κλείσει την ιστορία με το γιο του μέσα του. Δεν έχω παιδιά, αλλά δεν ξέρω αν τελειώνει μια τέτοια ιστορία. Η αξία του "Ghosteen" θα είναι πάντα το θεματικό βάρος που έχει. Και αυτό το πάντα είναι για πάντα.
Μια κατάσταση εξουθενωτικής διέγερσης.
Αποδοχή είναι η λέξη που ταιριάζει στο δεύτερο μέρος του άλμπουμ. Αποδοχή της ήττας. Της απώλειας. Peace will come in time.
“It’s a long way to find peace of mind… And I’m just waiting now for my time to come”. Οι γονείς μας. Όλων μας.
Είναι ταυτόχρονα ένα αντίο, σε κάποιον που δεν πρόλαβε να χαιρετίσει. Πατέρας και γιος. Θα μπορούσα να γράφω για ώρες για αυτό, αλλά ούτε που θέλω.
Απλές απαντήσεις δεν υπάρχουν. Εδώ ο Cave ψάχνει να τις βρει με τον δύσκολο τρόπο. Ανατρέχοντας πίσω, στις αναμνήσεις. Η νοσταλγία είναι πολύ δύσκολη πίστα, αλλά ο Cave μας μαθαίνει ότι υπάρχει comfort στις αναμνήσεις. Θα μπορούσε να λείπει η βία στον αποχωρισμό; Η σημαντικότητα του να προλάβεις να πεις αντίο. Η βία αυτή.
Μουσικά, ο δίσκος δεν πάει βαθιά. Οι ενορχηστρώσεις είναι λιτές, η κιθάρα ανύπαρκτη και οι Bad Seeds κάλλιστα θα μπορούσαν να μην αναφέρονται στο εξώφυλλο.
Έχω την εντύπωση όμως, ότι το εγχείρημα εδώ είναι να ακούσουμε μια ιστορία. Μια ιστορία που λέει ότι όντως η απουσία είναι η ανώτερη μορφή παρουσίας και πάντα ένας από τους δύο θα κοιτάει αλλού, χαμογελώντας τη μεγάλη απόσταση.
Και όπως λέει και ένας φίλος μου, τίποτα δεν τελειώνει όσο έχεις μια ιστορία να πεις.
Βαθμολογία: 4,6/5
Στέργιος Κωστούλας
Το άκουσα βράδυ. Το άκουσα στη μαυρίλα της νύχτας κι αυτές τις στιγμές που αισθάνεσαι ευάλωτος. Το άκουσα με μουντό ουρανό και το άκουσα για λίγο με βροχή. Ξημερώματα, στον δρόμο για τη δουλειά και το μεσημέρι, επιστρέφοντας από αυτή. Το πήρα από την ανάποδη και το άκουσα απόγευμα με τον καφέ, με χαμόγελο και με όμορφη διάθεση. Το ακούω ακόμη και τώρα που προσπαθώ να γράψω μια-δυο σειρές.
Πολλές ακροάσεις και ακόμη περισσότερες προσπάθειες με κυριότερη αυτή: να βρω το κατάλληλο mood για την ακρόαση του album. Τελικώς, δεν κατάφερα να πείσω τον εαυτό μου ότι ακούω ένα πολυαναμενόμενο αριστούργημα. Συνήθως, όταν περιμένεις κάτι τόσο πολύ, πέφτεις σε αυτές τις εγωιστικές παγίδες και δεν δέχεσαι την πραγματικότητα (μιλάω καθαρά σε προσωπικό επίπεδο πάντα).
Περίμενα ένα “εσωτερικό” album και μια ιδιαίτερα “εσωτερική” ερμηνεία του Cave. Περίμενα να ερμηνεύει και να τραγουδάει για την απώλεια, χωρίς να θρηνεί. Περίμενα να αισθανθώ τη δημιουργία και να ακούσω το αποτέλεσμα της μετατροπής σε τέχνη, μιας τόσο δύσκολης στιγμής στη ζωή κάποιου. Περίμενα αυτό το σοκ και την ανάσα που κόβεται στις πρώτες νότες ενός κομματιού. Να δαγκώνω τα χείλη και μετά βίας να μπορώ να σιγοτραγουδήσω στίχους όπως: “It’s our bodies that fall when they try to rise, and I hear you been looking out for something to love” (“Anthrocene” από το Skeleton Tree). Περίμενα κάτι ευχάριστα διαφορετικό. Θα συμφωνήσω με πολλούς πως το “Bright Horses” και λίγο το “Hollywood” αποτελούν τις (ίσως) μοναδικές και πολύ δυνατές στιγμές του album. Στο σύνολό του με κουράζει και δεν με οδηγεί κάπου. Μονότονο. Στιχουργικά; Στιχουργικά είναι όντως ένα έπος, ένα έπος άξιο να σταθεί δίπλα σε οποιαδήποτε ποιητική συλλογή ενός μεγάλου ποιητή.
Ίσως να περίμενα πολλά. Ίσως να με δυσκολεύει κι εμένα αυτή η "minimal ambient" στροφή, όπως πολύ σωστά χαρακτήρισε το album ο φίλος Νικόλας από τους BitterSweet. Ίσως να μεγαλώνουμε και να θέλουμε να μεγαλώνουν επίσης και πολλά μαζί μας. Όχι, ο Cave ήταν, είναι και θα είναι για εμένα, ένας από τους κορυφαίους. Αυτή η αναλλοίωτη post punk φιγούρα με την οποία πορευόμαστε μαζί. Αυτή η φιγούρα που λατρεύουμε.
Για να ολοκληρώσω: Είναι ένα δύσκολο album, πιο δύσκολο απ’ ό,τι μας ακούγεται αρχικά. Ίσως να το αγαπήσω στο μέλλον και να μετανιώσω για όσα γράφω πιο πάνω. Μάλλον θα το αγαπήσω στο μέλλον, μετά από πολλές ακροάσεις, όπως συμβαίνει σχεδόν πάντα με τον Cave. Ποτέ άλλωστε δεν θα τολμούσα να κρίνω ένα album του, μιλάω για το τι μου «βγάζει» εμένα προσωπικά στο τώρα. Με βλέπω σε λίγο καιρό να ζητάω συγγνώμη…
Βαθμολογία: 3/5
Μιχάλης Νικολίτσης
Θα ξεκινήσω το ριβιού μου για το “Ghosteen”, με δύο φανταστικά σχόλια για το άλμπουμ. Φανταστικά, αλλά βασισμένα σε αληθινές ιστορίες, ένα τύπου απαύγασμα παύλα συρραφή απ’όσα έχω διαβάσει στο διαδίκτυο τις τελευταίες μέρες.
Σχόλιο Α/Πόλος Α: “Πού είναι οι καταιγιστικές κιθάρες, πού είναι τα δαιμονισμένα τύμπανα, πού είναι οι Bad Seeds, πού είναι οι Birthday Party, πού είναι ο Nick Cave που ξερνάει λέξεις και στάζει ολόκληρος ιδρώτα, πού είναι ο Cave που σπέρνει τρόμο και αδρεναλίνη; Πού είναι ο Blixa; Έλεος με τον κλάψα τον Ellis! Ο δίσκος είναι χάλια”.
Σχόλιο/Πόλος Β: “Δεν έχει κανείς το δικαίωμα να κρίνει το έργο του Nick Cave έπειτα απ’αυτό που του συνέβη (σ.σ. ο θάνατος του γιου του Arthour στις 14/7/15). Ντροπή σας! Ό,τι και να κυκλοφορήσει ο Nick πια είναι ένα αιώνιο αριστούργημα. Αφήστε τον στην ησυχία του και ακούστε χωρίς να κρίνετε την κατάθεση ψυχής του”.
Προφανώς, και οι δύο αυτές θέσεις που “φοριούνται” κατά κόρον με την κυκλοφορία του Ghosteen αδικούν κατάφωρα τον ίδιο τον Nick Cave, ο οποίος υποθέτω δεν θα ήθελε οι φίλοι της μουσικής να αγαπήσουν το νέο του έργο μόνο και μόνο επειδή έχασε τον Arthour και επειδή τον συμπονούν και τον λυπούνται, ούτε απ΄την άλλη θα είχε καμία όρεξη, επειδή κάποιοι το νοσταλγούν, να ξαναφήσει την ιστορική χαίτη του, να ξαναορμήσει στις punk αρχέγονες καταβολές του και να μεταμορφωθεί σε μια καρικατούρα του παλιού δαιμονισμένου του εαυτού.
Προφανώς, πολύ προφανώς, ο Nick Cave έχει δικαίωμα να βγάλει το δίσκο που αυτός θέλει και έχει ανάγκη, να χρησιμοποιήσει τα όργανα που θεωρεί πως ταιριάζουν σε αυτό που φτιάχνει, να συνεργαστεί με τους μουσικούς που αυτός θεωρεί κατάλληλους, να εκφραστεί τελοσπάντων με τον τρόπο που αυτός και μόνο αυτός θέλει. Είχε προνοήσει προ πολλού άλλωστε, η μπάντα λέγεται Nick Cave & The Bad Seeds και όχι σκέτο The Bad Seeds. Από την άλλη και μεις, οι ακροατές και οι δέκτες του έργου του, οι φανς του, έχουμε δικαίωμα να πούμε τη γνώμη μας για τις όποιες επιλογές του, με κείμενα, με σχόλια, με συζητήσεις κλπ. και με βάση το γούστο μας και την αισθητική μας. That’s all.
Αν θες τη δική μου γνώμη, θα σου πω πως το “Ghosteen” είναι ένα δύσκολο και απαιτητικό άλμπουμ, που ζητάει το χρόνο του, το χώρο του και όλη την προσοχή σου για να το ακολουθήσεις.
Το πρώτο του μέρος, τα “Παιδιά”, όπως τα όρισε ο ίδιος ο Nick, είναι μία συλλογή 8 τραγουδιών που μοιάζουν επικίνδυνα μεταξύ τους, επικίνδυνα στο όριο της μονοτονίας και της ανίας, ambient δημιουργίες βασισμένες στους εξαιρετικούς (με κεφαλαία) και σπαρακτικούς (βάλε πάλι κεφαλαία) στίχους του Cave και στις μουσικές ιδέες και κατευθύνσεις του ιδίου, αλλά και του αδελφού του πια Warren Ellis. Αν στο “Skeleton Tree” του 2016 η επίδραση του δαιμόνιου και χαρισματικού Ellis ήταν καταλυτική στο τελικό (μεγαλειώδες) αποτέλεσμα, εδώ, στο “Ghosteen”, είναι κάπως μονόπλευρη και σε σημεία προβλέψιμη. Όμως, σε αυτό το πρώτο αμφιλεγόμενο μέρος, ξεπηδούν σαν ματωμένα μαχαίρια ακαριαία και θανατηφόρα τα πρώτα τρία κομμάτια, το “Spinning Song”, το “Bright Horses” και το “Waiting For You”. Η συνέχεια επιφυλάσσει τα δεινά που προανάφερα, αλλά ακόμα και τώρα που γράφω αυτές τις γραμμές και ξανακούω για νιοστή φορά το άλμπουμ, νιώθω πως ίσως κάτι πολύ σημαντικό μπορεί κάποια στιγμή να συμβεί, μια βραδυφλεγής ανατροπή που θα γεννήσει ένα ακόμα διαμάντι που αρχικά μου ξέφυγε. Αυτό, πάντως, αποκλείεται να (μου) συμβεί με το track No4 ονόματι “Night Raid”, το οποίο αν και στιχουργικά πετάει, μουσικά μού τη δίνει σχεδόν στα νεύρα.
Περνώντας στο δεύτερο μέρος, στους “Γονείς”, τα πράγματα παίρνουν μια άγρια, διακριτικά σκληρή και ισοπεδωτική ομορφιά. Το ομώνυμο 12λεπτο “Ghosteen” είναι ένα πολυσυλλεκτικό πολυμορφικό αριστούργημα, μια αλαφροίσκιωτη κατάθεση τραγουδοποιητικής μεγαλοφυίας. Η απαγγελία του “Fireflies” έπρεπε να είναι εκεί, για να χωρίσει τον ζόφο και τη συγκίνηση στα δύο, διότι ακολουθεί το κατ’εμέ καλύτερο track του δίσκου και ένα από τα καλύτερα τραγούδια που ο Cave μας έχει δώσει τα τελευταία 20 και βάλε χρόνια, το “Hollywood”. Στα 14 (και κάτι ψιλά) λεπτά της διάρκειάς του, βρίσκει χώρο να ενωθεί όλη η στιχουργική, μουσική και ερμηνευτική πανδαισία που μπορεί να μας δώσει ο Prince of Darkness και η (τωρινή) Κακόσπορη παρέα του. Οι λέξεις και οι αναδυόμενές τους εικόνες μου κόβουν την ανάσα, οι ήχοι με τυλίγουν σαν φίδια, η φωνή είναι δηλητήριο και τα falsettos της φαλτσέτες που μου σκίζουν την ψυχή. Τα “ααααα” και”ουουου” φωνητικά είναι ο θάνατος σε μορφή αγγέλων, και το διακριτικό μπάσο εμβατήριο οξύμωρης και ανεξήγητης απώλειας. Ένα επικό καθηλωτικό φινάλε που μεταφέρει τον δίσκο σε ανώτερα επίπεδα, ένα αξέχαστο φινάλε που δίνει στο δίσκο την διαχρονικότητα (θα γυρίζω για -όσα- χρόνια κοντά του για να ξανακούω το τραγούδι) που του έλειπε στα προηγούμενα 54 λεπτά του...
Όλα οκ Νικ, προχωράμε, εύχομαι να είσαι όσο πιο καλά μπορείς. Εμείς είμαστε όσο μπορούμε μαζί σου.
Βαθμολογία: 3,7/5
Νικόλας Αλαβάνος
Ghosteen. Το 17ο album του πολυπράγμονα Nick Cave και της διαβόητης παρέας του, των The Bad Seeds, και μάλιστα διπλό.
Το LP που έσκασε στη ζωή μας για να ξενίσει, να προβληματίσει, να παραξενέψει και να διχάσει τους αμέτρητους fans του Nick εν Ελλάδι και στο εξωτερικό σε δύο στρατόπεδα, στους φανατικούς παλαιούς που νοσταλγούν ακόμα τις μέρες του "From Her To Eternity" και ορκίζονται στο όνομα του "Do You Love Me?", του "Mercy Seat" και του "Papa Won' t Leave You Henry", περιμένοντας ίσως να δουν το Νικόλα με τη μοϊκάνα της εποχής του "Release The Bats" να κυλιέται ιδρωμένος στο πάτωμα, να φτύνει το κοινό του, να γράφει πάλι για τους Απόκληρους και τους Κατατρεγμένους, και από την άλλη στους μύστες και λάτρεις της νέας στροφής του Μεσσία, ειδικά μετά το χαμό του γιου του, της νέας minimal ambient electro synth Γης Της Επαγγελίας του Νικόλα.
Ή μήπως υπάρχει χώρος για ένα τρίτο ενδιάμεσο στρατόπεδο, το Στρατόπεδο Δυόμιση, όπως αιρετικά θα τολμούσα να το αποκαλέσω, στο οποίο βρίσκω τον εαυτό μου να βρίσκεται, ακροβατώντας, συγχυσμένος, μπερδεμένος, μα θετικά ζαλισμένος; Το στρατόπεδο που εκπλήσσεται και αποξενώνεται, αλλά βλέπει και αχνό φως. Φως νεωτερισμού...ίσως.
Από την πρώτη στιγμή ακρόασης του Ghosteen δύο έντονα συναισθήματα με κατέκλυσαν, σχεδόν παραλυτικά. Ξενίστηκα αγρίως και οι πρώτες ακροάσεις με έστειλαν να "ψάχνομαι" αδιάβαστος. Το δεύτερο, ίσως και εντονότερο συναίσθημα ήταν μια έντονη Περιέργεια. Με κατέκλυσε τόσο πολύ που έγινε Άγρια Εμμονή. Με αποτέλεσμα να ακούω το album ασταμάτητα, όποτε μπορούσα να βρίσκομαι σπίτι, ασταμάτητα από την Παρασκευή 4/10 που πρωτοκυκλοφόρησε μέχρι σήμερα που παραδίδω την κριτική. Το Spotify μου πήρε φωτιά (δεν έχω και το Premium και ανεχόμουν και την ultra ενοχλητική κοπελίτσα των διαφημίσεων) . Στο βωμό της ακρόασης του Ghosteen. Στο βωμό του ξεκαθαρίσματος των αισθημάτων μου. Για έναν αναμφίβολα μεγάλο καλλιτέχνη. Για έναν αγαπημένο μου.
Αμέσως ένιωσα ότι μέσα στο ξένισμα και το ξάφνιασμα που μου προκάλεσαν οι πρώτες νότες του δίσκου, με την αφόρητα επαναλαμβανόμενη κυκλωτική υπνωτική ambient ροή και το απαράλλακτο αδιατάρακτο στάσιμο ηχητικό τοπίο, κάτι αναδυόταν ύπουλα. Υπήρχε ένα εμφανές Υπόστρωμα. Το οποίο ομολογώ ότι ακόμα δεν έχει κάνει το "φουλ" άνοιγμά του. Είναι άλλωστε και πολύ νωρίς και το Ghosteen είναι αναντίρρητα ένα άκρως δύσκολο και απαιτητικό έργο. Νυχτερινό, καταθλιπτικό, πονεμένο, βουτηγμένο στην Απουσία και τόσο μα τόσο γκρίζο - ασορτί με το Φθινόπωρο που βιώνουμε.
Στην αρχή θύμωσα. Πόσταρα μάλιστα και την ελαφριά αγανάκτησή μου στο facebook. Πού είναι τα drums Νικολάκη; Πού είναι το μπάσο; Πού είναι τότε που έφτυνες με μένος τους στίχους και έστηνες με μαεστρία το γοτθικό σου παραλήρημα;;; Αυτά είπα. Και τα εννοούσα.
Πράγματι, Στο "Ghosteen" μού λείπουν οι "πραγματικοί" Bad Seeds. Μου λείπει το Νεύρο. Μου λείπει ο Mick Harvey. Μου λείπει ο Blixa. Μου λείπει μια κανονική μπάντα.
Όμως απ' την αρχή έκανα υπομονή. Το ήξερα ότι κάτι παίζει εδώ. Το ήξερα και περίμενα. Και αυτό το ανέφερα επίσης στο "αποξενωμένο" ποστάρισμά μου .Και να πω την αλήθεια, ακόμα περιμένω. Με τη διαφορά όμως ότι τώρα το νιώθω. Είμαι σίγουρος. Κάτι συμβαίνει.
Το Ghosteen σίγουρα δεν είναι ο καλύτερος δίσκος του Cave, σίγουρα δεν συγκαταλέγεται καν στα 5 καλύτερά του albums, δεν έχω πειστεί ακόμα ότι αποτελεί album αναφοράς. Υπάρχουν στα σπάργανά του κομμάτια που γρήγορα θα ξεχαστούν, όπως τα "Ghosteen Speaks" και "Galleon Ship". Το "Ghosteen" είναι μονότονο. Τα κομμάτια μοιάζουν πολύ μεταξύ τους και αν δεν ακούσεις το άλμπουμ as a whole, την πάτησες. Θα το μισήσεις νομοτελειακά. Και ο Cave δεν θα γίνει ποτέ ούτε Brian Eno ούτε Robert Wyatt, ούτε Thom Yorke και Greenwood των 00' s, όσο γενναία κι αν στρίψει το πηδάλιο. Υπάρχει ένα πρώτο μέρος, το "The Children", που' ναι γλυκούλι και συμπαθητικό, χωρίς να συναρπάζει.
Όμως...
Είναι από την άλλη το 17ο ένα αρκετά καλύτερο album από το Skeleton Tree. Με πείθει πολύ περισσότερο, έχει πολύ πιο τεκμηριωμένο, αφοπλιστικό και αφόρητο Πόνο - in your face. Ο άνθρωπος κλαίει πλέον γοερά για την απώλειά του, ο πόνος του είναι βιωμένος και σπαραξικάρδιος. Ο γιος του Cave, o Arthur, είναι παντού, μεταφορικά και κυριολεκτικά. Στοιχειώνει τον δίσκο και κάνει την Απώλεια concept. Εκεί που στο Skeleton υπήρχε σύγχυση κατεύθυνσης και περιεχομένου, εδώ υπάρχει ξεκάθαρο concept, κατεύθυνση και σαφές purpose. Βιώνουμε μια ενότητα, μια ενοποίηση, ένα τοπίο, ζοφερό, βαρύ, μονότονο και εν πολλοίς δυσβάστακτο. Μας αρέσει δεν μας αρέσει πάντως, ο δίσκος έχει πρόταση. Σαφή και δυνατή. Και μάλιστα το δεύτερο μέρος ονόματι "Their Parents", με μπροστάρη το εκπληκτικό "Hollywood", ρολάρει και καθηλώνει.
Και έχει και άλλα εκπληκτικά κομμάτια που ξεδιπλώνονται και αναδύονται σιγά-σιγά . Υπάρχει ένα killer trio κομματιών, τα "Spinning Song", "Bright Horses" και "Hollywood", που όμοιά τους δεν βρίσκεις στο προηγούμενο album. Από κοντά και τα "Ghosteen", "Fireflies" και "Waiting For You", που θυμίζει πολύ μέρες Boatman's Call.
Και στιχάρες. Ω Θεέ μου, ΤΙ στιχάρες! Οι στίχοι παραμένουν πάντα το φόρτε του, αλλά εδώ έχει ξεπεράσει τον εαυτό του. Υπάρχουν και ωραίες ambient moog synth στιγμές και λίγα atonal (!) περάσματα που ξαφνιάζουν μουσικά. Ειλικρινά, θεωρώ ότι το κομμάτι ονόματι "Hollywood" στυλιστικά και υφολογικά θα στεκόταν άνετα στο Rock Bottom του Robert Wyatt. Εντελώς κουφοί και μη αναμενόμενοι παραλληλισμοί, που όμως εντείνουν την εγγενή Περιέργεια μα και Έξαψη με τις οποίες αντιμετώπισα το παρόν album εξ αρχής. Ένας Cave που μετετράπη σε Moog Sorcerer;;; Ένας Synth Σαμάνος;
Υπάρχουν και μυριάδες φαλσέττα, τα περισσότερα σε album του Cave as far as I know. Κάποια απ' αυτά καταπληκτικά - τα καλύτερα του Cave ever, κάποια άθλια, αλλά όλα εξυπηρετούν το πονεμένο νόημα, οπότε μοιραία κάνεις πίσω. Άλλωστε και το Saint Huck χάλια φαλσέττα είχε, αλλά το λάτρεψες. Υπάρχει μια σπασμένη, γηραλέα, αλλά πολύ μελωδική φωνή - για τα γοτθικά αφηγηματικά standards του Nick πάντα. Τραγουδά πολύ καλύτερα και πολύ, μα πολύ πιο πειστικά από ό,τι στο Skeleton Tree. Και, εν πάση περιπτώσει, ας δεχτούμε ότι στην παρούσα φάση, περισσότερο από ποτέ, η μουσική τελειότητα δεν είναι το ζητούμενο στην Πρόταση του Cave. Υπάρχουν "λάθη". Στη φωνή, στο ρυθμό, παντού. Πολλές φορές ως μουσικός φτάνεις να "πονάς' και να αναρωτιέσαι: Μα καλά, γιατί δεν έκανε ένα ακόμα take; Γιατί δεν το διόρθωσε αυτό; Δεν το πρόσεξε; Έτσι πάει όμως, γιατί έτσι το θέλει και το νιώθει ο Ποιητής. Κανείς δεν μπορεί να τον ψέξει γι' αυτό. Ολόκληρο το Ghosteen διαχέεται από μια Αλήθεια, μια Ειλικρίνεια, μια Γνησιότητα. Με τρομερή πειθώ και άγρια δύναμη . Το καταφέρνει. Πονάς και σκοτεινιάζεις κι εσύ μαζί του.
Και δυστυχώς όσοι λαχταρούν ένα ακόμα "Carny" ή τον Γότθο Ιεροφάντη των Ζοφερών Βούρκων ξανά, θα μείνουν εκτός τροχιάς. Και λογικά θα περιμένουν πάρα πολύ, ίσως για πάντα. Αυτός ο Cave δεν επιστρέφει. Μολονότι όλοι μας τον θέλουμε πίσω, λίγο ή πολύ.
Στη μουσική - υφολογική ανάλυση τώρα . Είναι φοβερό ότι το πρώτο δείγμα drums εμφανίζεται στο τελευταίο κομμάτι "Hollywood", περίπου στο 5.30. Και αυτά είναι σαμπλαρισμένα, ηλεκτρονικά και πολύ χαμηλά στη μίξη. Ίσα για να δικαιολογηθεί και ο συμπατριώτης Σκλαβούνος κάπου. Casey δεν γνωρίζω αν υφίσταται. Ο Savage μας άφησε χρόνους δυστυχώς. Γενικώς οι παλιοί Bad Seeds δε μένουν πια εδώ και το Ghosteen ομοιάζει πολύ περισσότερο με soundtrack album Cave - Ellis. Είναι επίσης φοβερό πόσο μεγάλη "κατοχή" του χει κάνει ο Warren Ellis, πόση επιρροή ασκεί στο Νέο Ηχητικό Cave Τοπίο. Λες και αυτός ο τόσο χαρισματικός Ρασπούτιν της Παράνοιας να ήρθε στη ζωή του για να τον ταρακουνήσει συθέμελα και να τον αλλάξει ολότελα.
Το Ghosteen είναι ένα ασυνήθιστο και στοιχειωμένo album, που αν και μας ξένισε και μας μπέρδεψε πάρα πολύ, θα κάνει τελικώς το "άνοιγμά" του φρονώ και θα αφήσει ανεξίτηλο ένα δικό του, ιδιαίτερο Στίγμα. Είναι ένα LP γενναίο και ειλικρινές, μα συνάμα και ελαφρώς μονότονο και βαρετό και θα συζητιέται στο μέλλον. Aδιάφορο δεν είναι με τίποτα. Σημαντικό; Ο χρόνος μόνο ξέρει. Θα αφήσει παρακαταθήκη και υστεροφημία και θα μνημονεύεται ως "το album που δίχασε τους Cave fans για τα καλά". Υπό αυτήn την έννοια, το Ghosteen είναι για τον Cave ό,τι ήταν το Kid A και το King Of Limbs για τους Radiohead, μπάντα που θεωρώ ότι δεν άφησε ασυγκίνητο το Νικολάκη με τη στυλιστική της προσαρμοστικότητα και ευλυγισία. Ένα ξεκάθαρο turning point, που ολοκληρώνει την πλήρη αναστροφή που ξεκίνησε στο Skeleton Tree.
Το Ghosteen μας έδωσε και δύο anthems που είναι "καταδικασμένα" να μείνουν και να καθιερωθούν ως classics, σημαντικά τραγούδια στον ακόμα πιο σημαντικό και τεράστιο κατάλογο του Cave. Τα "Bright Horses" και "Hollywood". Δώστε τους χρόνο και προσοχή.
"Once there was a song, the song yearned to be sung
It was a spinning song about the King of Rock n Roll."
Και αυτός ο King δεν είναι πια ο έφηβος καυτός King Ink. Είναι ο κατασταλαγμένος πονεμένος ambient τροβαδούρος. που ενώ θα τραγουδά πάντα για τον Ιησού, εστιάζει πλέον στους Mama Bear και Papa Bear με το remote με το παιδί τους άξαφνα να χάνεται, στη γυναίκα Kisa που πάει στους χωρικούς και ανακοινώνει ότι "my baby is sick" και αυτοί της απαντούν "better bury your baby in the forest quick", στον Papa Bear που είναι σαφέστατα ο Papa Cave και με αφόρητη Οιμωγή θρηνεί "I am here and you are where you are". Όλα για τον γιόκα του. Όλα πόνος.
Ο Νέος Cave είναι εδώ και είναι θλιμμένος και ασήκωτα βαρύς. Τον βασανίζουν η Απώλεια, η Απουσία και ένα τεράστιο "Γιατί". Και, όσο και αν μας ξενίζει, ο παραμυθάς μάλλον έχει ένα Νέο Μύθο να μας αφηγηθεί. Ελπίζω στο τέλος αυτός ο Μύθος να με καθηλώσει ολοκληρωτικά και μένα και να πειστώ για τη Νέα Γη...
Βαθμολογία: 4/5
Nick Cave & The Bad Seeds - Ghosteen
Digital Release Date: 4/10/2019
Physical Release Date: 8/11/2019
Tracklist:
Part One
1 Spinning Song
2 Bright Horses
3 Waiting for You
4 Night Raid
5 Sun Forest
6 Galleon Ship
7 Ghosteen Speaks
8 Leviathan
Part Two
1 Ghosteen
2 Fireflies
3 Hollywood