Φοίβος Δεληβοριάς (3)
Την Τετάρτη 18 Νοέμβρη σχόλασα από τη δουλειά και συνάντησα τον υπόγειο φίλο Πέτρο Μιχόπουλο. Είχαμε ειδική αποστολή εκείνο το βράδυ, ραντεβού με αυτόν που εγώ θεωρώ καλύτερο Έλληνα μουσικό τα τελευταία 25 χρόνια, τον Φοίβο Δεληβοριά. Ραντεβού για συνέντευξη στο στουντιο Zero Gravity, όπου ο Φοίβος και η... Μπάσταρδη παρέα του προβάριζαν το αυριανό live στο Gagarin, στο οποίο θα παρουσιαστεί επίσημα ο 7ος δίσκος του, ‘Καλλιθέα’. Συνάντησα τον Πέτρο και τον βρήκα πολύ κουλ, ήρεμο και ξεάγχωτο, σε αντίθεση με μένα που για έναν περίεργο λόγο ήμουν κάπως νευρικός και πελαγωμένος. Ίσως έφταιγε η αγωνία μου μήπως με προδωσει το νέο gadget που είχα προμηθευτεί από το πρωί για την ξεχωριστή περίσταση, ένα κανονικότατο και δημοσιογραφικότατο voice recorder... Μπορεί και να έφταιγε η μικρή σε χρόνο προετοιμασία μου για τη συνέντευξη, λόγω του φόρτου εργασίας που αντιμετωπίζω στην “κανονική” μου δουλειά. Φτάσαμε στο χώρο 10 λεπτά νωρίτερα, κάναμε ένα-δυο τσιγάρα απ’έξω, χτυπήσαμε το κουδούνι του στούντιο οπως μου είχε πει ο Φοίβος, μας άνοιξαν, καθίσαμε σε έναν καναπέ, περιμέναμε υπό τους ήχους της Καλλιθέας που ακούγονταν από το δίπλα δωμάτιο. Η μουσική σταμάτησε λίγο αργότερα, η πρόβα είχε τελειώσει και ο Φοίβος εμφανίστηκε μπροστά μας, κουρασμένος και μπαϊλντισμένος, αλλά όπως πάντα πρόσχαρος και ευγενέστατος.
“Mike, ένα τσιγάρο και ξεκινάμε!” κι ύστερα από πέντε λεπτά “Αλάνια, φύγαμε, πάμε από δω...”. Το “από δω” ήταν ένα δωμάτιο, ένα στούντιο. “Εδώ είχε ηχογραφηθεί ο Αόρατος Άνθρωπος” μας είπε και κάθισε στον καναπέ. Εμείς, απέναντι, σε κάτι φοβερές πολυθρόνες. Έβγαλα το πουλέν μου, το voice recorder ντε!, ο Πέτρος δύο αντίτυπα με τις ερωτήσεις μας και ξεκινήσαμε. Όσα είπαμε μου μοιάζουν άπειρα, αλλά δεν μου είναι αρκετά, όταν φύγαμε σκεφτόμασταν “πω, ξεχάσαμε να ρωτήσουμε για τα ορχηστρικά! Και για τις νέες μπάντες!”... Απ’την άλλη, νομίζω πως ξεκοκκαλίσαμε την “Καλλιθέα”, οσο μιλάγαμε νόμιζα πως την άκουγα στ’αυτιά μου, με κάθε λέξη του Φοίβου ο δίσκος έπαιρνε μέσα μου μία καινούρια διάσταση και μορφή. Από την αρχή της κουβέντας ακούστηκαν οι λέξεις “φαντάσματα” και “μνήμες”, όλα αυτά τα φαντάσματα και οι μνήμες του χρόνου που περνάει ζωντάνεψαν εκείνη τη μία ώρα. Όχι μόνο του Φοίβου, αλλά και τα δικά μου, και του Πέτρου υποθέτω... Φίλοι, πρώην, οικογένειες, γείτονες, μπακάληδες και περιπτεράδες, φροντιστήρια ξένων γλωσσών, ο Γκάλης, ο Γαρδέλης και το Καράτε Κιντ. Εικόνες, ήχοι και μυρωδιές. Δρόμοι άδειοι και δρόμοι γεμάτοι, προάστια και κέντρο και κάπου εκεί τριγύρω ο εαυτός μας παιδί. Είναι...επικίνδυνος δίσκος η Καλλιθέα, μία καλοκουρδισμένη χρονομηχανή που μπορεί να σε διαλυσει και να σε αποδομήσει μέσα στο φάσμα του παρελθόντος χρόνου, αλλά μετά να σε ξαναφτιάξει και να σε φέρει στο τώρα...ολοκαίνουριο και να σε γεμίσει ιστορίες να χεις να λες στα παιδιά σου στο μέλλον. Είναι πολλά αυτά που σκέφτομαι και ήδη έχω ζήσει με τον καινούριο δίσκο του αγαπημένου Φοίβου Δεληβοριά, δεν είναι της ώρας να τα γράψω όμως, προέχουν προφανώς τα λόγια και οι σκέψεις του ίδιου. Ιδού, λοιπόν, η συνέντευξή του για το Υπόγειο.
Το Υπόγειο: Ξεκινώντας, είσαι ικανοποιημένος από τη “Καλλιθέα” και το τελικό αποτέλεσμα; Ήταν όπως το περίμενες; Το ρωτάω γιατί με πολλούς μουσικούς που έχω μιλήσει μετά την ολοκλήρωση μιας δουλειάς, τους πιάνει μια ανασφάλεια σχετικά με το τελικό αποτέλεσμα, στο αν θα μπορούσαν να είχαν κάνει κάτι καλύτερο κλπ.
Όχι, τώρα είμαι ακόμα «μαγεμένος», με την καλή και με τη κακή έννοια, δηλαδή μαγεμένος με την έννοια ό,τι όλο αυτό που έζησα στο πατρικό μου σπίτι για 1,5 χρόνο, αλλά και το εξάμηνο με τον Χρήστο (Λαϊνά) μέσα εκεί, είχε και πολλά δαιμόνια, πολλά φαντάσματα αλλά και αγγέλους, τους οποίους τους ακούω τώρα στο δίσκο και τους χαίρομαι, σα να τα έχω αιχμαλωτίσει όλα αυτά, σαν ο Χρήστος να ήταν και λίγο… ghostbuster και να μάζεψε εκτόπλασμα μες στα κανάλια του δίσκου. Απ΄την άλλη, ξέρεις, η αρνητική πλευρά είναι ότι ακόμα είμαι πολύ φορτισμένος από αυτή την εμπειρία, δε μπορώ δηλαδή καθόλου να το δω σαν ένα αντικειμενικό γεγονός.
Το Υπόγειο: Πώς προέκυψε η συνεργασία με το Χρήστο Λαϊνά;
Όταν είχα 4-5 τραγούδια, βρέθηκα με τον Περικλή (Πιλαβά) από την Inner Ear και του είπα υπάρχει ένα κλίμα, έχω μια ιδέα, και θέλω να γίνει με έναν παραγωγό, δηλαδή θέλω να υπάρξει ένας άνθρωπος που να το στήσει όλο αυτό, να το οργανώσει, γιατί έχω μια ιδέα πολύ συγκεκριμένη και για το τι ακριβώς χρειάζεται για να πραγματοποιηθει: Πρέπει να ανασύρει μια ολόκληρη εποχή, αλλά να είναι ταυτόχρονα και ακραία σημερινό το άκουσμα. Ο Περικλής μου λέει αμέσως «τον Λαϊνά τον ξέρεις»; Και εγώ τον ήξερα, γιατί καταρχάς με ενθουσίαζε πάρα πολύ σαν κιθαρίστας στους «Ονειροπαγίδα», αλλά και παραγωγές του που είχα ακούσει, όπως στους Film. Ή με δικά του πράγματα που έκανε στην Inner Ear. Με ενθουσιάζαν οι δουλειές του και ο τρόπος που τις έστηνε. Λέω λοιπόν "ας πιούμε μια μπίρα και ας γίνει η γνωριμία". Έγινε πάρα πολύ γρήγορα αυτό και αυτό που με έβαλε στο τριπάκι ήταν το ότι με το που του έπαιξα αυτά τα 4-5 πρώτα τραγούδια, κατάλαβε αμέσως γιατί μιλάγαμε και κατέστρωσε κατευθείαν στο μυαλό του σχέδιο παραγωγής, το οποίο ήταν κι αυτό που τελικά καταλήξαμε. Να πάμε δηλαδή στο σπίτι. Να το κάνουμε «σπιτικό», αλλά όχι με την έννοια ότι παίρνουμε ένα σπίτι και το κάνουμε studio, αλλά με την έννοια ότι... ηχογραφούμε το σπίτι! Δεν αλλάξαμε κάτι εκεί, δεν βάλαμε ηχοπαγίδες ή τέτοια πράγματα. Ο Χρήστος μελέτησε πάρα πολύ κάθε δωμάτιο και είδε που μπορεί να ηχογραφηθεί για παράδειγμα τέλεια το πιάνο, που μπορούν να ηχογραφηθούν τέλεια οι φωνές, με τι τρόπο μπορούν να βγουν τα πνευστά, οι κιθάρες, με τι τρόπο τα βάθη τα ίδια του σπιτιού μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πραγματικά βάθη και όχι σαν εφέ που μπορείς να πάρεις από το studio. Ο Χρήστος καθόταν μέρες ολόκληρες στο σπίτι, έπαιρνε τα κλειδιά και πήγαινε εκεί ακόμα και μόνος του, δούλευε πάνω σε αυτό. Έτσι, λοιπόν, μόλις μου παρουσίασε αυτό το σχέδιο, φυσικά η όρεξη για περιπέτεια γεννήθηκε μέσα μου.
Το Υπόγειο: Όλος ο δίσκος λοιπόν στο σπίτι, είχες σαν θέμα, σαν project, το σπίτι και το παρελθόν, πως ένιωθες για αυτό; Μίλησες για «φαντάσματα» πριν…
Κοίτα, όλο αυτό το πράγμα, είχε να κάνει με κάποια όνειρα που έβλεπα συνέχεια με την Καλλιθέα, με το πατρικό, με παλιούς φίλους κλπ. Έτυχε, δηλαδή, για ένα μικρό χρονικό διάστημα, πριν ξεκινήσω καν να γράφω αυτά τα τραγούδια, να βλέπω όνειρα, στα οποία πρωταγωνιστούσαν εκείνη η συγκεκριμένη εποχή και το σπίτι. Μόλις πήγα, ανασύρθηκαν μέσα μου πολύ δυνατά συναισθήματα, έγραψα κατευθείαν και το κομμάτι «Ερημιά στη Καλλιθέα», ενθουσιάστηκα αμέσως! Είπα μέσα μου "ωραία, εδώ θα έρχομαι να γράφω, εδώ θα γίνει η δουλειά!", αλλά οι αμέσως επόμενες φορές ήταν δυσάρεστες: Πήγαινα εκεί με έναν ενθουσιασμό του στιλ "σήμερα θα ακούσω το τάδε βινύλιο που έχω να ακούσω χρόνια, να δω τι θα μου πει σήμερα, στο παρόν". Πάρα πολλά από αυτά που άκουγα, όμως, διαπίστωσα ότι τα είχα υπερεκτιμήσει ως έφηβος, κάποια άλλα δεν μου έβγαζαν τίποτα ιδιαίτερο επειδή περίμενα πώς και πώς να τα ακούσω για να νιώσω τα...άπειρα. Το σπίτι ξαφνικά μου φαινόταν πολύ πιο χαμηλό και στενάχωρο από ότι είχα στο μυαλό μου. Οπότε, υπήρξε και ένα πολύ μεγάλο διάστημα, κατά το οποίο αισθανόμουν ότι πάω να κάνω κάτι κάπως δονκιχωτικό και άρρωστο. Κάτι δηλαδή που μπορεί να με βουλιάξει προς τα πίσω εντελώς και να μη μου δώσει την απαραίτητη ροή της δημιουργίας που έχει να κάνει μόνο με το σήμερα…
Τελικά, λύθηκα τελείως μια μέρα που πήγα εκεί μετά από 10 μέρες που ήμουν άκαρπος, άρχισα να παίρνω και το ipad μαζί μου και αντί να ακούω τα παλιά βινύλια, έβαζα νέες κυκλοφορίες και άκουγα καινούργια πράγματα, καινούρια μουσική μέσα στο παλιό σπίτι. Μια τέτοια μέρα με πήρε ο ύπνος και όταν ξύπνησα η νέα μουσική συνέχιζε να παίζει, το σπίτι ήταν πια σαν άλλο. Ήταν ο χώρος εργασίας μου, ο σημερινός. Αυτό το πράγμα άλλαξε τα πάντα από κει και πέρα. Δηλαδή σκεφτόμουν πια ακριβώς αυτό: ότι θα συγκρούεται το απόλυτο παρόν μου και αυτός που είμαι σήμερα με αυτό το χώρο. Και όποιος νικήσει!
Το Υπόγειο: Και ποιος νίκησε τελικά;
Νομίζω ισοπαλία. Μια ωραία ισοπαλία ήρθε στο τέλος…
Το Υπόγειο: Άρα, όταν συνδέθηκε το παρελθόν με το παρόν, τότε απελευθερώθηκες και δημιουργικά. Αν και από ό,τι κατάλαβα, όλες αυτές οι αμήχανες ως και θλιμμένες στιγμές των πρώτων επισκέψεων σου στο πατρικό, έχουν κι αυτές βάλει το λιθαράκι τους μέσα στα τραγούδια...
Φυσικά, γιατί -όπως είπα και πριν- το παρελθόν δεν είναι κάτι μαγικό. Όσοι πάνε να του δώσουν μόνο «μαγική» διάσταση, τους εκδικείται η ζωή. Όλοι ξέρουμε ότι θυμόμαστε επιλεκτικά κάποιες υπέροχες στιγμές, αλλά στην πραγματικότητα υπήρχε και χάος, θλίψη… Όταν πας λοιπόν να γράψεις για κάποιο παρελθοντικό θέμα, για κάποια φιλία, για κάποια συγκεκριμένα χρόνια στο δημοτικό, για ένα περίπτερο που το θυμάσαι κάπως, αν θες να είσαι ειλικρινής με τον εαυτό σου, πρέπει να περιγράψεις και όλα αυτά που απωθούσε η μνήμη σου. Όπως όταν κάθεσαι για πρώτη φορά στη καρέκλα του ψυχαναλυτή. Λες, για παράδειγμα, «είχα μια πολύ χαρούμενη παιδική ηλικία». Μετά, όμως, τη δεύτερη, την τρίτη φορά, κάποιες μικρολεπτομέρειες που αναδύονται, κάποιες βεβαιότητες σου, ανατρέπονται εντελώς. Δεν υπάρχει έλεος σε αυτό. Δεν έδειξα λοιπόν και εγώ κανένα έλεος στον παλιό μου εαυτό. Πήγαινε να μου πει κάτι ωραιοποιημένο και γω του έλεγα «έτσι ήταν όμως; Για σκέψου λίγο παραπάνω...». Οπότε έβγαιναν και εικόνες διαφορετικές. Απ’την άλλη, δεν εμπιστευόμουν, ούτε εμπιστεύομαι, τα έργα που τελικά μένουν μόνο εκεί. Δηλαδή αυτά, στα οποία αναδύεται μόνο η ασχήμια. Εμένα με ενδιαφέρει η λύτρωση… Κάθε φορά που τελειώνω ένα δίσκο, θέλω να τελειώνει εκεί που έχει δημιουργηθεί μια νέα αρμονία με τα πράγματα. Να βγαίνει κάτι για το οποίο πάλεψε και η όμορφη στιγμή, και η αποσιωπημένα άσχημη στιγμή, και βγαίνει τελικά κάτι που είναι ολοκληρωμένο και σου δίνει αέρα και ανάσα για να συνεχίσεις.
Το Υπόγειο: Άρα, να υποθέσουμε πως έπειτα από την αυτοανάλυση και ενδελεχή ενδοσκόπηση της 'Καλλιθέας' έπήλθε η κάθαρση...
Ναι ήρθε η κάθαρση. Και νομίζω ότι αυτό φαίνεται πολύ έντονα στο τελευταίο κομμάτι του δίσκου, στο «Θα Σε Ξαναδώ».
Το Υπόγειο: Είπες πρόσφατα σε μια συνέντευξη που άκουσα, ότι, όπως ο Αόρατος Άνθρωπος είχε να κάνει με τον έρωτα (και την απώλεια του μάλλον περισσότερο), η Καλλιθέα έχει να κάνει με τη μνήμη. Πως το εννοείς; Σαν ένα «κλείσιμο λογαριασμών» με το παρελθόν που δίνει το έναυσμα για να προχωρήσεις; Σαν ένα απολογισμό;
Έχει να κάνει καθαρά με όλες τις πλευρές της μνήμης! Το πρώτο κομμάτι (Ερημιά Στη Καλλιθέα), για παράδειγμα, είναι η μνήμη του προαστίου η οποία συγκρούεται με το παρόν του. Το δεύτερο κομμάτι (Μπάσταρδος Γιος) είναι η μνήμη όπως την μεταδίδουν οι παλαιότεροι. Το τρίτο (Ο Ξένος) είναι το «ωχ, εγώ το θυμόμουν καλύτερα αλλά δεν είναι όμως έτσι»! Το τέταρτο (Κουνελάκι) είναι η μνήμη που θα μεταδώσω εγώ στη κόρη μου. Ένα άλλο (Κορίτσια Από Άλλα Προάστια) έχει να κάνει με τα χαμένα κορίτσια, τα one night stands, τα πρώτα που γνώρισα. Άλλο έχει να κάνει με έναν παλιό μου φίλο (Knight Riders), κάποιο άλλο με έναν φίλο που πέθανε (Θα Σε Ξαναδώ). Όλα είναι μνήμη, πώς θυμάσαι, τι είναι τελικά όλη αυτή η ιστορία με τη μνήμη...
Το Υπόγειο: Ο παλιός φίλος είναι το Knight Riders…
Ακριβώς. Ο φίλος, ο πιο αγαπημένος στο δημοτικό, που θέλαμε και οι δύο να γράψουμε βιβλία, να γίνουμε σκηνοθέτες, να κάνουμε μπάντες, να κάνουμε τα πάντα, μεγαλώνοντας μαζί σε διάφορες ηλικίες. Γράφοντας αυτό το τραγούδι συνειδητοποίησα ότι όλα τα παιδάκια αυτής της εποχής συνδέονταν μεταξύ τους με ένα είδος επιστημονικής φαντασίας. Τους απασχολούσε για παράδειγμα τι θα γίνει το 2000, συζητούσαν για το μέλλον… Η επιστημονική φαντασία ήταν ένα είδος θρησκευτικής πίστης για αυτά τα παιδιά. Για όλα αυτά μιλάει το “Knight Riders”. Δεν προσπαθούσαμε πια να επικοινωνήσουμε με το παρελθόν, την ιστορία, την πολιτική, την οικογένεια ή την πατρίδα, πράγματα δηλαδή που απασχολούσαν πολύ έντονα τις παλιότερες γενιές. Εμάς μας ενδιέφερε ένα μέλλον λίγο πιο τεχνολογικό, λίγο πιο αόριστο…
Το Υπόγειο: Πάντως δεν ασχολείσαι με το παρελθόν και τη μνήμη μόνο σε αυτόν το δίσκο. Πολλά παλιότερα τραγούδια σου αναφέρονται σε παλιές ιστορίες. Στα 80's, πιο ειδικά, δείχνεις από παλιά μια αγάπη, μια αδυναμία: Διασκευές στα live, διηγήσεις και αναφορές. Σαν μια πιο συνολική σκέψη, τι συμβολίζουν τα 80's για σένα;
Συμβολίζουν τη μετάβαση από τον παλιό κόσμο στον σημερινό. Είναι η μόνη δεκαετία που εμπεριέχει εξίσου το παρελθόν με το σήμερα. Οι γειτονιές ήταν σαν παλιές γειτονιές, πηγαίναμε με τη σαγιονάρα στο διπλανό σπίτι να διαβάσουμε τα μαθήματα, η λαϊκή μουσική υπήρχε ακόμα κάπου κοντά μας, οι οικογένειες ήταν οικογένειες με τον τρόπο που έχουμε μάθει από τις παλιές ταινίες, ο κόσμος ακόμα πίστευε στη πολιτική… Και ταυτόχρονα, για παράδειγμα, ο ήχος άλλαζε! Τα φυσικά όργανα έδιναν τη θέση τους στα συνθετικά, οι ταινίες που πρωταγωνιστούσε ο ρεαλιστικός μικρός άνθρωπος έδιναν τη θέση τους στους μάγους, στους εξωγήινους, στα παιδιά που είχαν υπερφυσικές δυνάμεις. Μικρά γκατζετάκια έκαναν σιγά-σιγά την εμφάνιση τους, πράγματα σαν το walkman ή μικρά ηλεκτρονικά παιχνίδια αντικαθιστούσαν σταδιακά τους παραδοσιακούς τρόπους που οι μεγαλύτεροι βίωναν την τέχνη ή το παιχνίδι. Επίσης, η κοινωνία ως ένα δεμένο σύνολο έδινε σιγά-σιγά τη θέση της στο άτομο. Ένα άτομο που περνάει πολλές ώρες μόνο του… Τα παιδάκια της γενιάς μας πιστεύω πως περάσανε -για πρώτη φορά- πολλές ώρες μεγάλης μοναξιάς σε σχέση με τα παιδιά που ήταν πριν από μας. Παρ’όλα αυτά επειδή ζήσαμε και στους δύο κόσμους, θυμόμαστε πάρα πολύ καλά τον προηγούμενο, αλλά ξέρουμε πολύ καλά και τον επόμενο! Δηλαδή οι προηγούμενοι από μας ξέρουν πολύ καλά μόνο τον παλιό, ενώ οι αμέσως μετά από μας παίζουν στα δάχτυλα τον καινούριο! Αυτό το 'λίγο πριν-λίγο μετά', είναι η δεκαετία του ’80. Είναι το μεταίχμιο.
Το Υπόγειο: Επιστρέφοντας στη «Καλλιθέα», γιατί ξαναέγραψες τη Κική; Να υποθέσουμε γιατί είναι… «πιο Καλλιθέα πεθαίνεις»;
Βασικά σκέφτηκα πως η «Κική» ήταν το πρώτο κομμάτι του δίσκου αλλά το είχα γράψει 20 χρόνια πριν! Έχει όλη την ατμόσφαιρα του δίσκου, όλες του τις εμμονές, και επίσης με έψησε πολύ η ιδέα να το ηχογραφήσω στο ίδιο πιάνο που το είχα πρωτογράψει! Μάλιστα επειδή έπαιζα νύχτα και έπαιζα με σουρντίνα, όλο το πρώτο μέρος είναι ήσυχο και πιο μετά γίνεται gospel το κομμάτι και γίνεται ο πανικός.
Το Υπόγειο: Σε τι ηλικία το είχες γράψει;
Αυτό γράφτηκε το ’95, άρα ήμουν 22 χρονών.
Το Υπόγειο: ’95 βγήκε και ο δίσκος, άρα την ίδια χρονιά.
Ναι, ήταν και το τελευταίο! Είχε ολοκληρωθεί η ηχογράφηση και τους το πήγα τελευταία στιγμή, ήταν κάτι που είχα γράψει το προηγούμενο βράδυ, ηχογραφήθηκε πολύ γρήγορα και μπήκε.
Το Υπόγειο: Πάντως το συγκεκριμένο τραγούδι πέρα από το ότι ταιριάζει με το concept της «Καλλιθέας», έχει μια αυξανόμενη δυναμική στα live τα τελευταία χρόνια. Ήταν πάντα μια κορυφαία στιγμή στις ζωντανές εμφανίσεις σου, αλλά το πράγμα έχει εκτοξευτεί…
Ναι. Είναι πολύ εντυπωσιακό… Πραγματικά, αυτό το τραγούδι είναι ένα «παρά φύσιν σουξέ». Είναι ένα τραγούδι που γράφτηκε ως μια σουρεαλιστική εξομολογητική στιγμή προς τον εαυτό μου και προς μια κοπέλα, και τελικά έγινε ένα κομμάτι που ταυτίζεται ο περισσότερος κόσμος τη στιγμή του live. Χειροκροτούν πριν τελειώσει, στο τέλος κάθε στροφής φωνάζουν και επευφημούν!
Το Υπόγειο: Είναι αμφίδρομο πάντως. Εμείς που σε έχουμε δει σε πολλά live και με διαφορετικούς ανθρώπους, και σε διαφορετικές στιγμές, κάθε φορά όλοι εντυπωσιάζονται με την απόδοση της Κικής.
Ναι, πράγματι κάτι συμβαίνει… Δεν είναι όμως κάτι προγραμματισμένο, δεν είναι κάτι που προβαρίστηκε για να γίνει έτσι. Απλά συμβαίνει.
Το Υπόγειο: Είπαμε αρκετά πράγματα για τη «Καλλιθέα», αν και θα ήθελα να μας δώσεις και κάποια στοιχεία παραπάνω για το κομμάτι «Ο Ξένος», διότι μας έχει συγκλονίσει πραγματικά. Στην ουσία έχει να κάνει με αυτό που είπες πριν, με το πρώτο διάστημα της επιστροφής σου στο πατρικό, τότε που η όλη φάση σου βγήκε διαφορετικά απ'ό,τι περίμενες…
Και επίσης έχει και μια κρυμμένη αναφορά το κομμάτι αυτό: Τα δημοτικά τραγούδια και το ποίημα του Σεφέρη με τον τίτλο «Ο Γυρισμός Του Ξενιτεμένου». Που στα δημοτικά τραγούδια είναι πάντα κάποιος που γυρνάει στο παλιό του σπίτι και δεν τον αναγνωρίζει η γυναίκα του για παράδειγμα. Στο ποίημα όμως του Σεφέρη, αυτός που επιστρέφει είναι που δεν αναγνωρίζει κανέναν, όλα έχουν αλλάξει και τίποτα δεν είναι όμως πριν…
Το Υπόγειο: Το ανάποδο δηλαδή του «Διπλοπαντρεμένου»…
Ακριβώς! Είναι σαν την επιστροφή του Διπλοπαντρεμένου τώρα που το λέμε! Ωραίο, δεν το είχα σκεφτεί, είναι κάτι σαν sequel…
To Υπόγειο: Σου πήρε πάλι 5 χρόνια. To έχουμε ξαναπεί, είσαι από τους “αργούς δημιουργούς”. Πού νομίζεις ότι οφείλεται αυτό τελικά;
Νομίζω καταρχήν στο ότι δίνω πολλές συναυλίες. Με το που βγαίνει ένας δίσκος, πρώτα απ’όλα μου παίρνει ένα μικρό διάστημα να τον ξεπεράσω, να φύγω από την επιρροή του. Και μετά, όταν πια φεύγω πια από την επίδραση του, παίζουμε και πολλά καλά live βασισμένα στην αύρα του και δημιουργούμε παράλληλα και κάτι άλλο επόμενο κλπ. Αυτό δε γίνεται να μη πάρει 2 χρόνια, μέχρι να σου ξανάρθει η όρεξη να μείνεις σπίτι σου πάλι, να έρθεις να αντιμετωπίσεις κάτι δύσκολο, τον εαυτό σου, μιαν άλλη μουσική, άλλα θέματα… Νομίζω αυτό είναι βασικά. Και μετά η τελειομανία, η εμμονή με τις λεπτομέρειες κλπ. Ειδικά για δίσκους όπως είναι ο Αόρατος Άνθρωπος ή η Καλλιθέα, δεν άφησα ούτε μια ψείρα που να μην με απασχόλησε μέχρι τέλους.
To Υπόγειο: Δηλαδή πάντα χρειάζεσαι ένα χρονικό διάστημα για να αποσυμπιεστείς από την εκάστοτε τελευταία δουλειά που κυκλοφόρησες; Σε αυτή τη περίοδο που κάνεις συναυλίες ή ετοιμάζεις μια παράσταση, άμα σου σκάσει μια έμπνευση δε την κρατάς;
Όχι, όχι… Δεν μου έρχεται κάποιου είδους έμπνευση σε αυτό το διάστημα. Δεν πάω καν να μείνω μόνος μου σε αυτές τις φάσεις, δεν αντέχω καν να κάθομαι με τα ακουστικά στα αυτιά, την κιθάρα ή τα βιβλία. Θέλω να χαίρομαι τους ανθρώπους μου, να παίζω live, να δω το κόσμο και να βγαίνω για ποτά. Δε μπορώ καθόλου να είμαι μόνος…
Το Υπόγειο: Άρα είναι ένα είδος προσωπικού κανόνα ας πούμε, είναι ο τρόπος που λειτουργείς…
Είδα απλώς ότι έτσι γίνεται! Δεν ήμουν έτσι παλιά. Αυτό έγινε από το «Η Ζωή Μόνο Έτσι Είναι Ωραία» που ξαφνικά είχα ένα δίσκο μετά τον οποίο, περιμέναν και οι άνθρωποι τι θα κάνω. Μου έλεγε ας πούμε η εταιρεία, «λοιπόν έχεις έτοιμα κομμάτια να προχωρήσουμε; Ποιο θα είναι το επόμενο project;» Και εγώ εκεί κατάλαβα ότι αυτό το πράγμα με μπλοκάρει και δεν το θέλω. Θέλω να τελειώνω με έναν δίσκο, να τον βγάλω από πάνω μου, να παίξω όσο θέλω τα τραγούδια του, να μη μπω κατευθείαν σε κάτι άλλο…
Το Υπόγειο: Σε αυτά τα 5 χρόνια από τον Αόρατο Άνθρωπο έως σήμερα , πόσο άλλαξε η ζωή σου;
Πάρα πολύ… Βρήκα τη γυναίκα της ζωής μου, γεννήθηκε η δεύτερη γυναίκα της ζωής μου... Δεν είναι σίγουρα ίδια η ζωή… Ίσως και για αυτό το λόγο να θέλησα να κλείσω οριστικά τους λογαριασμούς μου με το ποιος ήμουν πριν από αυτά. Ξέρεις, οι αναμνήσεις σου έχουν ένα όριο που έχει πάρα πολύ να κάνει με τη πατρότητα. Ή τέλος πάντων με το τελικό καταστάλαγμα του ποιος είσαι. Από κείνη τη στιγμή και έπειτα υπάρχει παρελθόν και μέλλον, υπάρχει ένα οριακό σημείο που όλα τα πράγματα τα διηγείσαι πια σε ένα παιδί.
Το Υπόγειο: Επιστρέφοντας τη συζήτηση σε πιο μουσικά θέματα, διαπιστώνουμε ότι στους δύο τελευταίους δίσκους επιλέγεις θα έλεγα... “αντικοινωνικους” και “αντισουξεδιάρικους” δρόμους. Αντιεμπορικό ρίσκο θα το ονόμαζα. Σε απασχολεί καθόλου αυτό, θέλω να πω μπαίνεις σε ένα τέτοιο δίλημμα κατά τη διάρκεια που γράφεις ή ηχογραφείς;
Κοίτα, με ενδιαφέρει η αποδοχή. Δεν με ενδιαφέρει, όμως, αυτό που λέμε mainstream κοινό. Αλλά η αποδοχή με ενδιαφέρει. Και με ενδιαφέρει σε ένα ευρύ κοινό που είναι το ακροατήριο μου, και η ανάπτυξή του με νεότερα παιδιά που έχουν την ευαισθησία, μ'ενδιαφέρει κάπως με κάποιο τρόπο να συναντηθούμε. Κάθε τραγούδι που σκέφτομαι θέλω να είναι ευθύβολο, να είναι μεταδοτικό, θέλω να έχει μια δυνατότητα να αγαπηθεί από έναν άλλο άνθρωπο. Καταρχάς, γράφω εμπνευσμένος από άλλους ανθρώπους, και με ενδιαφέρει αυτοί οι άνθρωποι ακούγοντας το αποτέλεσμα να συγκινηθούν. Από την άλλη όμως, από μικρός, και μεγαλώνοντας ακόμα περισσότερο, αυτό που λέμε mainstream ακροατήριο και οι κανόνες που το διέπουν ήταν κάτι που ούτε μελέτησα, ούτε με ενδιέφερε ιδιαίτερα. Αν, δε, σκεφτείς, ότι η μεγαλύτερη επιτυχία μου στο ευρύ κοινό είναι το «Εκείνη», που είναι πράγματι ένα τραγούδι που γνωρίζει πάρα πολύς κόσμος, είναι ταυτόχρονα και ένα κομμάτι που δε γράφτηκε με αυτούς τους κανόνες. Έχει μια κυκλική φόρμα, με ένα περίεργο ορχηστρικό θέμα στη μέση και είναι… 4 σελίδες στίχοι! Δε γράφονται έτσι τα σουξέ, σίγουρα.
Το Υπόγειο: Πάντως έχεις έτσι κι αλλιώς ένα κοινό που ξέρει τι γίνεται και 'τι παίζει', που όσο και «αντιεμπορικό» να είναι κάτι που κάνεις, αναγνωρίζει και αποδέχεται την όποια «ιδιαιτερότητα». Τρανταχτό παράδειγμα είναι το «Περίπτερο» από το νέο δίσκο, που το είχαμε ακούσει σε μια πιο «λαϊκή» εκτέλεση στις ζωντανές εμφανίσεις, το περίμενα αναλόγως ηχογραφημένο, αλλά εσύ επέλεξες μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση και ενορχήστρωση, ενώ μια εύκολη λύση για σένα -χωρίς να χαρακτηριστεί απαραίτητα mainstream, θα ήταν μια πιο συμβατική λαϊκίζουσα ενορχήστρωση.
Μη βλέπεις που ζούμε σε εποχές κάπως συντηρητικές… Όχι μόνο τώρα, αλλά από παλιότερα. Ειδικά από το 2000 και μετά, υπάρχει -και λόγω της φούσκας, και λόγω της κρίσης- πιο πολύ η διάθεση να ακούγονται τα ίδια πράγματα. Δηλαδή στα χρόνια της φούσκας για να επιβεβαιωθεί ο εαυτός μας, ακούγαμε τα ίδια πράγματα, βλέπαμε τα ίδια πράγματα, κάναμε τα ίδια, ενώ στα χρόνια της κρίσης συμβαίνει το ίδιο πάλι, αλλά αυτή τη φορά για να επιβεβαιωθεί ότι κάποτε υπήρξαμε! Οπότε βλέπεις πάρα πολλά κύματα νοσταλγίας σε σχέση με τη μουσική, και τη δημιουργία, όχι ότι δεν υπάρχει, αλλά υπάρχει καταχωνιασμένη σε δουλειές που γίνονται με ακραίους όρους επικοινωνίας με το κοινό. Μακριά από το κοινό… Καταπληκτικά πράγματα, δίσκοι και ταινίες, βρίσκουν το δρόμο τους με έναν τρόπο βαθιά ανεξάρτητο. Εκεί βρίσκεται η δημιουργία αυτή τη στιγμή. Και είναι δυστύχημα το γεγονός πως παρότι περνάμε μια κρίση στην οποία το πιο ενδιαφέρον απ’όλα θα ήταν να ανασκευάσουμε τη πραγματικότητα μας και να οδηγηθούμε σε ένα μέλλον που θα το φτιάξουμε οι ίδιοι και θα σταθούμε στα πόδια μας, καταφεύγουμε μόνο σε νοσταλγικές και βεβαιωμένες λύσεις, λύσεις συνταγής.
Το Υπόγειο: Εγώ πάντως πιστεύω ότι αυτός ο συντηρητισμός έχει να κάνει κιόλας με το γεγονός πως ακριβώς επειδή υπάρχει η οικονομική κρίση, δεν υπάρχει και το τόλμημα από τα media στο να επενδύσουν σε κάτι διαφορετικό. Πατάνε στα «σίγουρα».
Ναι, αλλά βλέπεις ότι δεν άρχισε τώρα αυτό. Και τα χρόνια της φούσκας, τα ίδια 50 σουξέ που είχαν δημιουργηθεί από το παρελθόν άκουγε ο κόσμος συνέχεια. Θέλω να πω πως ήδη από το 2000, δεν άκουγε ένα παιδί π.χ. όλους τους δίσκους του Σαββόπουλου όπως τους ακούσαμε εμείς μικροί. Άκουγε τη «Θαλασσογραφία» ή το «Ας Κρατήσουν Οι Χοροί» μόνο, σαν να μη γράφτηκε ποτέ κάτι άλλο! Το ίδιο συνέβη με όλους τους δημιουργούς. Η διαφορά είναι ότι κάποτε το mainstream ακολουθούσε και τη δημιουργική πράξη, αυτό θέλω να πω. Το ’74 για παράδειγμα που έβγαλε τη «Θητεία» ο Μαρκόπουλος, την έπαιζε το ραδιόφωνο κανονικά. Κι ας ήταν δύσκολο έργο. Το ίδιο και τον «Μπάλλο». Τώρα δεν παίζει τον The Boy ας πούμε, δεν παίζει σπουδαίες ανεξάρτητες παραγωγές που δημιουργούνται κάτω από τα μάτια μας.
To Υπόγειο: Επιμένουν στη λογική «παίζω το playlist μου, παίζω το σιγουράκι μου», ξέρουν ότι θα έχουν ακροατές έτσι και δε θα τολμήσουν να βάλουν τον The Boy, γιατί φοβούνται ότι ο ακροατής θα αλλάξει σταθμό...
Το ίδιο πρόβλημα είχαν και όταν ήθελαν να βγάλουν πολύ χρήμα, το ίδιο έχουν και τώρα φοβούμενοι μήπως βγάλουν λιγότερο χρήμα, παίζοντας κάτι που αυτοί θεωρούν ακραίο. Τώρα δεν θέλουν να χάσουν και το ευρώ που τους έμεινε παίζοντας αυτό το ακραίο… Αυτό είναι και μόνο.
Το Υπόγειο: Έχεις συνειδητοποιήσει την επιδραστικότητα σου σε ακροατές και μουσικούς; Ότι εδώ και χρόνια γράφεις ιστορία στο ελληνικό τραγούδι ; Είτε ενστερνίζεσαι τέτοιες απόψεις, είτε όχι, πως διαχειρίζεσαι αυτό το feedback;
Αλήθεια, δεν με απασχολεί. Μου είναι φυσικά μια ευχάριστη έκπληξη, όταν ακούω κάτι τέτοιο. Αν ξαφνικά ένας μουσικός που εκτιμώ, έρθει και με που πει αυτό το πράγμα, αισθάνομαι πάρα πολύ ωραία, αλλά, πραγματικά, και χωρίς να το λέω σνομπίστικα ή κάπως έτσι, ο εαυτός μου ζει τόσο πολύ για τη δημιουργία ενός επόμενου τραγουδιού, που φοβάται να επαναπαυθεί στο γεγονός πως κάτι έχει κάνει που άξιζε. Ακόμα και τώρα που κάνουμε πρόβες, θα μπορούσα πραγματικά να κάνω τα ίδια πράγματα που έκανα τα 2 τελευταία χρόνια και για τα οποία άκουσα πολλά μπράβο. Παρ’όλα αυτά θέλω να κάνω κάτι πολύ διαφορετικό γιατί μόνο έτσι ικανοποιούμαι. Και πάντα υπάρχει το ρίσκο αυτή τη φορά να μην ακούσω κανένα μπράβο, οπότε δεν είναι κάτι που με απασχολεί ουσιαστικά. Αλλά, εντάξει, ένας έπαινος για παράδειγμα από έναν άνθρωπο που το δικό του έργο, στα δικά μου μάτια, είναι ζωντανό και σπουδαίο, είναι σίγουρα μια τεράστια χαρά. Απλά δε την περιμένω…
Το Υπόγειο: Μου αρέσει και με εντυπωσιάζει πάρα πολύ το γεγονός πως η μουσική σου και το έργο σου γίνονται αποδεκτά από ένα ευρύ ακροατήριο, προερχόμενο από χίλιους δυο -συχνά αλληλοσυγκρουόμενους- μουσικούς χώρους: Μπορείς να ακούσεις διθυράμβους για τον Φοίβο από έναν μεταλά, εξίσου και από έναν "εντεχνά". Στις συναυλίες σου μπορείς να δεις ένα πανκιό να αναλύει τον Καθρέφτη κουβεντιάζοντας με έναν Χατζηδακικό...
Κάτι με προστατεύει στη ζωή μου που με κάνει να μην ξέρω ακριβώς αυτά τα πράγματα… Ζω με ανθρώπους που -αν θες- δεν με έχουν και τόσο ψηλά. Έχω τους ίδιους φίλους από μικρός, και από μικροί όλοι κάναμε την ίδια προσπάθεια για να κάνουμε κάτι. Άλλος γράφει διηγήματα, άλλος προσπαθεί να κάνει μια ταινία, η σύζυγος μου είναι ηθοποιός… Όλοι δηλαδή «αθλούμαστε» σε μια δική μας υπέρβαση και ποτέ κανείς δεν κολακεύει τον άλλο σ’αυτήν. Μπορεί να παίξω ένα τραγούδι στη Βάσω μια μέρα και να μου πει «μπράβο, πολύ ωραίο», αλλά την άλλη μέρα θα πρέπει να πάμε στον παιδικό σταθμό ή να τρέχουμε σε διάφορες υποχρεώσεις.
Το Υπόγειο: Πώς όμως αντιμετωπίζεις όλο αυτό που συμβαίνει; Την αγάπη που σου δείχνει ένα εντελώς διαφορετικό και ετερόκλητο κοινό; Για παράδειγμα, ενώ σωρό -διαφορετικοί εντελώς μεταξύ τους- φίλοι, συγγενείς και γνωστοί, ξέρω πως ανυπομονούν να σε δουν ξανά live. Πως το εξηγείς αυτό;
Δε ξέρω, αλήθεια… Τι να σου πω… Όλα αυτά που μου λες, ξέρεις τι επίδραση έχουν πάνω μου; "Πω πω! Θα καταστραφούμε! Θα παίξουμε καλά; (γέλια). Οι άνθρωποι έχουν προσδοκίες καταπληκτικές από μας, θα το κάνουμε ωραία και όπως πρέπει;". Πιο πολύ αυτή την αγωνία έχω. Και φυσικά αν το πράγμα πάει καλά το καταλαβαίνω και το χαίρομαι, αλλά ξέρεις, αυτό είναι κάτι πολύ βαθιά προσωπικά δικό μου. Έχει να κάνει με το πώς θα το βιώσω εκείνη την ώρα και το αν θα πατηθούν όλα τα κουμπιά που θα ήθελα να πατηθούν.
Το Υπόγειο: Είναι και η τελειομανία που ανέφερες πριν…
Είναι κι αυτό, φυσικά…
Το Υπόγειο: Με αφορμή την αλλαγή του ήχου σου στα δύο τελευταία άλμπουμ, σε καθαρά μουσικό επίπεδο, στο πως παίρνουν τη τελική τους μορφή τα τραγούδια σου, στη πορεία από το πρωτόλειο στη τελική ενορχήστρωση, πόσο ρόλο παίζουν οι εκάστοτε συνεργάτες σου και πόσο δημιουργικό χώρο τους δίνεις; Έχεις μια συγκεκριμένη κατεύθυνση στο μυαλό σου πριν ξεκινήσεις τη παραγωγή ενός άλμπουμ ; Ή είναι κάτι που απλώς αφήνεις να προκύψει ανάλογα με το ένστικτο σου και τους ανθρώπους που δουλεύεις το συγκεκριμένο χρονικό διάστημα;
Κοίτα, ο Αόρατος Άνθρωπος, είχε να κάνει και με μια δική μου ανάγκη να κάνω κάτι πολύ διαφορετικό, αλλά είχε να κάνει απολύτως και με τον Γιώργο Κατσάνο, τον Γιάννη Πετρόλια και τον Σταμάτη Σταματάκη. Αντίστοιχα, η Καλλιθέα έχει να κάνει και με τον Σωτήρη Ντούβα και με τον Κωστή τον Χριστοδούλου, με τον Κώστα Πατέλη και με τον Yoel Soto… Είναι πρόσωπα με τα οποία η πορεία είναι αμφίδρομη. Δηλαδή, εγώ ίδρωσα να ψάξω τέτοιους μουσικούς και αυτοί προσέφεραν σε κάποια τραγούδια που τους έδιναν χώρο να προσφέρουν. Κάτι ανάλογο και με τον Χρήστο τον Λαϊνά: Μου είπε μόλις τελειώσαμε τον δίσκο «σε ευχαριστώ πραγματικά που το εννοούσες όταν έλεγες ότι χρειάζεσαι παραγωγό», γιατί απλά οι περισσότεροι δε το εννοούν. Λένε ότι υπογράφει τη δουλειά τους ένας παραγωγός, αλλά δεν τον αφήνουν να κάνει και τίποτα… Οπότε είναι μια αμφίδρομη κατάσταση, που πρέπει να δοκιμάσεις τα όριά σου, το πόσο ανοιχτός είσαι, και το πόσο μπορείς να ανοίξεις και παραπάνω.
Το Υπόγειο: Άρα πάντα έχεις κάτι στο μυαλό και αναλόγως διαλέγεις τους συνεργάτες σου; Ή μπορεί και να προκύψει κάποιος συνεργάτης στην πορεία, που να σε ωθεί να φτιάξετε κάτι μαζί;
Στο μυαλό μου έχω κάτι, γιατί πάντα υπάρχει μια αγωνία. Και κάποια τραγούδια που εμφανίζονται, θέλουν κάτι άλλο, κάτι δικό τους που να τους ταιριάζει. Για παράδειγμα, όταν έγραψα το «Σκοτάδι Των Δύο» που δεν θύμιζε κάτι από τα προηγούμενα μου τραγούδια, έλεγα ότι αυτό το κομμάτι δεν μπορεί να ενορχηστρωθεί ας πούμε παλιοροκάδικα. Δεν γίνεται, δεν θα έχει νόημα έτσι. Οπότε έπρεπε να βρω με ποιόν άνθρωπο θα το κάνω ωραία και σωστά. Αντίστοιχα, τώρα που έγραφα το Κουνελάκι, τον Ξένο, το Ερημιά Στη Καλλιθέα κλπ., έλεγα ότι αυτά τα κομμάτια θέλουν το γκρουπ μου και έναν παραγωγό που θα δέσει όλο αυτό που είχα στο μυαλό μου.
Το Υπόγειο: Η Καλλιθέα όπως είπαμε κοιτάει στο παρελθόν, κοιτάει όμως και το παρόν με αναφορές στη κρίση σε κομμάτια όπως το Ερημιά Στη Καλλιθέα και το Περίπτερο μέσα από τη ματιά σου, με μια ιστορία, με μια εικόνα, με τον δικό σου ιδιαίτερο τρόπο που αγαπάμε. Αλλά τη κρίση αυτή καθαυτή πως τη βλέπεις; Γιατί λίγο παλιότερα που το είχαμε συζητήσει πάλι, υπήρχε μια συγκρατημένη αισιοδοξία απ’τη πλευρά σου. Φυσικά από τότε έχουν αλλάξει κι άλλο τα πράγματα…
Η κρίση τελικά αποδεικνύεται ένα πράγμα που δεν αφορά μόνο εμάς. Όλος ο κόσμος αυτή τη στιγμή οδεύει σε μια μετάλλαξη πάρα πολύ σκοτεινή. Τα conglomerates και οι μεγάλες εταιρείες, οι συνθετικές πια, τα hyper corporations και τα συστήματα παρακολούθησης από τη μια, κι απ’την άλλη ο έλεγχος των ευαίσθητων περιοχών που έχουν τους πόρους της Γης στις οποίες ζούσαν ως τώρα οι Μουσουλμάνοι, οι Ασιάτες κλπ. Η σύγκρουση αυτών των δύο κόσμων οι οποίοι έχουν αγριέψει πάρα πολύ, έχει ασφαλίσει τον καθένα τους στις δικές του βεβαιότητες. Ο μεν στη βεβαιότητα της παράδοσης της θρησκείας και του μίσους για τον αλλόθρησκο, ο δε στο υπερ-security και σε έναν απίστευτο έλεγχο των οικονομικών και των προσωπικών ελευθεριών του καθενός από μας. Κι όλο αυτό είναι ένα πράγμα που μόλις άρχισε… Είδαμε κάτι ψήγματα του το 2001 με τους δίδυμους πύργους, και τώρα πάει να αγριέψει ακόμα πιο πολύ. Οι κεφαλές της Ευρώπης και του κόσμου τα ξέρουν χρόνια τώρα. Κάνουν σχέδια, παρασχέδια, λένε πως θα βγει ο 21ος αιώνας κλπ. και το δικό μας δυστύχημα ήταν πως μας έπιασαν στον ύπνο. Δεν μας προστάτεψαν οι δικοί μας άνθρωποι, το δικό μας πολιτικό προσωπικό ή οι πνευματικούς ηγέτες μας για παράδειγμα. Δεν μας προστάτεψαν ούτε από τη φούσκα, η οποία αποδείχτηκε μια πολύ συγκεκριμένη παγίδα, ούτε από την ίδια την κρίση και όσα ακολούθησαν. Έχουμε ανθρώπους που είτε δεν ήξεραν τίποτα, είτε κάνουν ότι δεν ξέρανε τίποτα, ή γνώριζαν, αλλά δεν προετοιμάστηκαν αρκετά για αυτό που ερχόταν. Λοιπόν, αυτό είναι τραγικό! Και δεν έχει να κάνει πια μόνο με τις δικές μας επιλογές. Εμείς προσπαθούμε να επιλέξουμε αυτό που κάθε φορά μας φαίνεται εντιμότερο, ή τέλος πάντων λιγότερο επικίνδυνο, αλλά εδώ πέρα η κατάσταση θέλει ανθρώπους που να αγαπάνε πραγματικά τον κόσμο και να προσπαθούν στα αλήθεια να τον βγάλουν από τη περιπέτεια, να κάνουν ό,τι περνάει απ'το χέρι τους για να τη βιώσει με το λιγότερο δυνατό κόστος.
Το Υπόγειο: Υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι;
Δε λέω ότι όλοι οι άνθρωποι που κυβερνάνε είναι ανήθικοι, αυτό είναι και λίγο «χρυσαυγίτικο» να το λες. Υπάρχουν και σύμβουλοι υπουργών σοβαροί, και υπουργοί σοβαροί, και άνθρωποι που κάνουν τη δουλειά τους μέσα σε αυτό και δε τους ξέρουμε και λένε σωστά πράγματα. Δεν υπάρχει όμως σχέδιο, ένα σχέδιο που να μας επιτρέπει να λέμε ότι αυτό, ναι, είναι ένα σοβαρό πλάνο. Είναι σαν να πρέπει εγώ, ας πούμε, να πρέπει στη δουλειά μου να κάνω μια πολύ μεγάλη συναυλία σε έναν υπερχώρο, απ΄την οποία να ορίζεται η τύχη μου. Να μου πει κάποιος δηλαδή ότι αν δε την κάνεις καλά και σωστά, δεν θα ξαναπαίξεις ποτέ... Και να έρχεται μετά κάποιος άλλος με ένα κομπιουτεράκι και μια κονσόλα παλιάς τεχνολογίας και να μου λέει θα στο βγάλω εγώ μια χαρά έτσι, το’χουμε. Δε γίνονται έτσι αυτά τα πράγματα… Η αλήθεια είναι ότι δε φταίμε μόνο εμείς σε όλο αυτό. Υπήρχαν πάντα αυτοί που μας καθησύχαζαν, μας έλεγαν πως είμαστε μια κομβική δύναμη, «έχουμε λύσει το θέμα σας, καθίστε λίγο ήσυχοι, ζήστε με τα δανεικά μας» και ξαφνικά μας αναποδογύρισαν το τραπέζι. Είναι μεγάλη κουβέντα αυτή…
Το Υπόγειο: Πιστεύεις ότι θα βγει κάτι καλό από αυτό που ζούμε;
Έχει ήδη βγει κάτι καλό, ειδικά μετά από αυτό το δημοψήφισμα που έγινε το καλοκαίρι: Είναι το γεγονός πως δεν έχουμε πια αυταπάτες. Ποιος «Μεσσίας» μπορεί πια να έρθει πάλι για να μας πει ότι τα πράγματα είναι εύκολα και λύνονται; Έχουμε πια μια συνείδηση της δυσκολίας της κατάστασης. Τώρα από κει και πέρα αυτό μπορεί να είναι αισιόδοξο, μπορεί να μην είναι και καθόλου. Υπάρχουν όπως ξέρουμε φασίστες που δεν είναι πια γραφικοί, δεν είναι πια μια μικρή δύναμη στο περιθώριο της κοινωνίας. Υπάρχει και ένας αυξανόμενος κυνισμός απ’ τη πλευρά του κόσμου, οπότε το πράγμα είναι δύσκολο να το προβλέψεις. Εγώ θέλω να πιστεύω, όπως έγινε και πολλές φορές μέσα στην ανθρώπινη ιστορία, ότι θα αναδυθεί αυτό που λέμε αλληλεγγύη, κι όσο πιο ακαπέλωτα συμβεί αυτό, τόσο το καλύτερο. Και πάντα το λέω, υπόδειγμα και οδηγός μας για αυτό το πράγμα, είναι οι ψαράδες της Λέσβου για παράδειγμα, οι οποίοι είναι άνθρωποι που έτσι κι αλλιώς έχουν καταστραφεί από την κρίση, παρόλα αυτά ξυπνάνε από τις 6 το πρωί για να πάνε να σώσουν όσο πιο πολλά παιδάκια μπορούν. Υπάρχουν κι αυτοί που κοιτάνε μόνο την ησυχία τους ή αυτοί που εκμεταλλεύονται τους πρόσφυγες και τους χρεώνουν για τη φόρτιση του κινητού τους, αλλά έχω μια αίσθηση ότι αυτό το πράγμα που αντιπροσωπεύουν αυτοί οι ψαράδες δεν είναι κάτι μοναχικό. Οι Μουσουλμάνοι, οι οποίοι κυνηγήθηκαν από τους Τζιχαντιστές, εμείς που κυνηγιόμαστε από τον παραλογισμό του να ζει κανείς στην Ευρώπη σήμερα κι όλοι οι άνθρωποι που αντιμετωπίζουν ανάλογα θέματα, θα βρουν τελικά έναν τρόπο να συνεννοηθούν εναντίον της απολυταρχίας που έρχεται από όλες τις πλευρές. Από κει και πέρα, τι να πω; Είναι σαν να με ρωτάς για τον Χίτλερ και να είναι ακόμα 1939. Ο Χίτλερ έμελε να τελειώσει το ’45, εδώ δε ξέρουμε τι θα γίνει…
Το Υπόγειο: Πάντως σε ακούω και σε νιώθω ανήσυχο, πολύ περισσότερο απ'ό,τι σε παλιότερες συζητήσεις μας επί του θέματος…
Ε, βέβαια, τι είμαι; Ο αναίσθητος; Βλέπω όλα αυτά τα πράγματα και σκέφτομαι πάνω απ’ όλα. Και κάνω ό,τι περνάει από το χέρι μου για να είμαι εκεί που οι άνθρωποι δείχνουν αλληλεγγύη ο ένας στον άλλο. Και μην ξεχνάς πως κάνουμε αυτή την κουβέντα μια βδομάδα μετά το χτύπημα στο Παρίσι. Η ιστορία αλλάζει αυτή τη στιγμή. Ακόμα και να μη θέλει να αλλάξει, τα media θα την αλλάξουν. Όλο αυτό το πράγμα με τη δυναμική που έχει αυτή τη στιγμή είναι μέσα στα μυαλά και στις ψυχές όλων των ανθρώπων. Και ο καθένας δρα διαφορετικά απέναντι σε αυτό. Αλλάζει για ακόμη μια φορά ο κόσμος, δε γίνεται να αδιαφορώ για αυτό…
Το Υπόγειο: Φοίβο σ΄ευχαριστουμε πολύ γι’αυτήν τη συνέντευξη. Θα σε ξαναδούμε στο live στο Gagarin. Τι να περιμένουμε εκεί;
Στο πρώτο μέρος θα προσπαθήσω να ‘βγάλω’ την Καλλιθέα με τον πιο ακριβή, αλλά και με τον πιο μουσικό τρόπο που μπορώ, αυτό δηλαδή που θα έχετε ακούσει ως τότε ιδιωτικά να βγει μια ζωντανή μουσική εμπειρία. Θα παίξουμε όλο το δίσκο στο πρώτο μέρος, από την αρχή ως το τέλος, κομμάτι-κομμάτι. Όσο διαρκέσει η Καλλιθέα, μαζί με την μπάντα θα παίξει και ο Χρήστος ο Λαϊνάς. Και θα είναι και η Αναστασία η Βελισσαρίου, που θα κάνει τα φωνητικά του δίσκου. Μετά θα επιλέξω κάποια τραγουδια από τη δισκογραφία μου που θεωρώ ότι έχουν μια ιδιαίτερη σχέση μαζι του. Τραγούδια που συνδέονται με την Καλλιθέα σαν νόημα και σαν μουσική, και επίσης ορισμένα πράγματα που έγιναν τα τελευταία 3 χρόνια, καλές στιγμές, όπως οι «Μαύροι Κλέφτες» από τη παράσταση «Καλοριφέρ» που δε ξαναπαίχτηκε τις δύο επόμενες χρονιές, η «Πέρα Χώρα» που επίσης δε ξαναπαίχτηκε, το «Μέλλον Απ’ το Παρελθόν» με μια ενορχήστρωση που κάναμε μόνο μία φορά. Κάποια πράγματα που ταιριάζουν τέλεια αυτή τη στιγμή. Ένα live project φυσικά εμπνεόμενο και από το πώς είναι το Gagarin. Ένας χώρος με πολύ συγκεκριμένη ιστορία και αισθητική, και ένα κοινό επίσης με συγκεκριμένη ιστορία και αισθητική.
* Ο Φοίβος Δεληβοριάς και οι 'Μπάσταρδοι' θα παρουσιάσουν τον νέο δίσκο 'Καλλιθέα' στο Gagarin το Σάββατο 28 Νοεμβρίου. ΠΡΟΠΩΛΗΣΗ: Viva, Public, Ιανός, Παπασωτηρίου, Reload, Media Markt και Seven Spots.
** Ιf you liked this, check also το άρθρο Εγώ Και ο Φοίβος: Μια Εγωπαθής Και Εγωκεντρική Προσέγγιση Στη Μουσική Πορεία Του Φοίβου Δεληβοριά.