Top-20 Διεθνή Albums
2018
by Mike Nikolitsis
Συνεχίζω να λιστεύω παρέα με τους Υπόγειους φίλους μου ανηλεώς και εδώ οι 20 αγαπημένοι μου διεθνείς δίσκοι από το 2018. Μία χρονιά που όντως, θα συμφωνήσω με αρκετούς, δεν ήταν μία πολύ καλή χρονιά μιλώντας για ξένους δίσκους. Θα τονίσω τούτη τη λέξη, "ΔΙΣΚΟΥΣ". Διότι ναι μεν είχαμε πολλά πολλά καλά μεμονωμένα κομμάτια (δες τη σχετική λίστα εδώ), δεν είχαμε όμως γενικά καλά άλμπουμς στο σύνολό τους. Παρόλα αυτά, υπήρξαν και φέτος δισκάρες, κάποιες από αυτές μπορείς να τις βρεις στην παρακάτω λίστα.
Προσωπικά μιλώντας και ρίχνοντας μια ματιά στις επιλογές μου, έχω να πω πως συνειδητοποιώ πως "μαμά γερνάω", καθώς με κάποιες -δυνατές μεν, λίγες δε- εξαιρέσεις, οι δίσκοι που (πια;) μ'αρέσουν περισσότερο είναι οι εγκεφαλικοί, οι σκοτεινοί, και πολύ μα πολύ οι ορχηστρικοί. Η ανάγκη για air guitaring και τραγούδι με μικρόφωνο τη σφιγμένη γροθιά μου αρχίζει και σπανίζει μέσα μου, παρόλα αυτά, όταν αυτή (η ανάγκη) με επισκέπτεται το κάνει εμφατικά και απόλυτα αναζωογονητικά... Καλοδεχούμενη, ελπίζω να μην με εγκαταλείψει ποτε.
Aυτό είναι και το τελευταίο μου ποστ για το 2018, οπότε σας εύχομαι Καλή Χρονιά. Τα λέμε συντόμως, μου έχει μείνει να γράψω και για τους αγαπημένους μου 20 εγχώριους δίσκους...
1 - 10
1. The End Of The F***ing World OST - Graham Coxon (out digital 26/1, physical 23/3)
Ο Graham Coxon αποφασίζει να ντύσει μουσικά την ομώνυμη σειρά του Netflix, πιάνει τις μπαρουτοκαπνισμένες κιθάρες του και μας δίνει εντέλει το καλύτερο δισκογράφημα της solo καριέρας του.
[ακολουθεί το review του Υπογείου για τον δίσκο, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 17/2 από τον συντάκτη Mike N.]
“There were days where I wrote and finished three or four new songs in a single day. It was mental, I’ve never worked to that kind of schedule before. But the creative process around observation and interpretation is one that is very familiar to me. I feel very comfortable reacting to things and adding my bit. And this show particularly appealed to both my appreciation of dark music as well as my dark sense of humour. It felt like a good fit.”
G.C.
Ο Graham Coxon, κιθαρίστας φυσικά των Blur και ένας από τους καλύτερους στο είδος του, μας έχει συνηθίσει ως τώρα σε πολύ ενδιαφέρουσες solo κυκλοφορίες - 8 μέχρι προσφάτως στο σύνολο, αρχής γενομένης από το μακρινό 1998 με το "The Sky Is Too High", ως και το 2012 με το "A & E". Αυτό που έκανε όμως με το άρτι αφιχθέν δισκογράφημά του (εδώ και λίγες μέρες διαθέσιμο ψηφιακά, στις 23 Μαρτίου σε βινύλιο), δεν το έχει ξανακάνει... Αναφερόμαστε στο soundtrack που έφτιαξε για τη σειρά του Netflix "The End Of The F***ing World", ένα σκοτεινό, μα συνάμα γεμάτο Βρετανικό φλέγμα, και γεμάτο περιπέτειες road trip δύο εφήβων, ενός αγοριού και ενός κοριτσιού, μία συγκινητική ιστορία βασισμένη στο ομώνυμο κόμικ του Charles Forsman. Είναι η πρώτη φορά που ο Βρετανός μουσικός καταπιάνεται με μουσικές προορισμένες για οθόνη και τα κατάφερε πάρα πάρα πολύ καλά...
Στα 42 λεπτά της διάρκειας του δίσκου, ο Coxon μας δίνει 16 μεγαλοφυούς σύλληψης κιθαριστικά κομμάτια, δείγματα υψηλής τραγουδοποιίας, γέματα έμπνευση και Βρετανική ψυχή. Χωρισμένο σε δύο μέρη -τα οποία μας προδιαθέτουν για διπλό βινύλιο- το άλμπουμ αναδιπλώνεται αρχικα τρυφερό και... μπαλαντοειδές, ώσπου σταδιακά κάπως "αγριεύει" και ανεβάζει στροφές. Από το πρώτο κομμάτι "Walking All Day" και το ακόλουθο "Angry Me" καταλαβαίνεις πως ο Coxon είναι σε μεγάλα κέφια και φτάνοντας στο Track No4, "In My Room", δεν έχεις παρά να παραδοθείς και να υποκλιθείς στο τεράστιο ταλέντο του. Εξαιρετικό και το ορχηστρικό "The Snare", ενώ το αμέσως επόμενο "Lucifers Behind Me" είναι ένα από τα καλύτερα κομμάτια της χρονιάς ως τώρα. Κόλλημα. Τούτα τα πέντε ξεχωρίζουν, αλλά σας διαβεβαιώ πως δεν υπάρχει κακό κομμάτι στο άλμπουμ.
Το "The End Of The F***ing World" OST του Graham Coxon είναι ένα συμπαγές και στιβαρό δημιούργημα, πάνω απ'όλα γοητευτικό στα όρια της... καψούρας, μία υπέροχη δισκάρα που πρέπει οπωσδήποτε να ακούσεις (για μια σειρά που πρέπει οπωσδήποτε να δεις).
2. Interplanetary Travels - Condor Gruppe (out 16/3)
Δίσκος Νο2 (το "Moondog" που μεσολάβησε ανάμεσα στο ντεμπούτο και στο περί ου λόγος "Interplanetary Travels" θεωρείται τελικά EP) για τους θαυματουργούς Βέλγους και αν μου έλεγες πως θα μπορούσαν έστω να πλησιάσουν τις κορφές που έπιασε το ντεμπούτο τους "Latituds Del Cavall" θα σου απαντούσα ένα "με τίποτα!". Κι όμως...
[ακολουθεί το review του Υπογείου για τον δίσκο, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 21/3 από τον συντάκτη Mike N.]
Ειλικρινά δεν έχω πολλά να πω πολλά για τούτο το Βέλγικο intstrumental project που μας συστήθηκε το 2014 με τον αριστουργηματικό πρώτο δίσκο του, "Latituds Del Cavall" (ενας από τους καλύτερους δίσκους της δεκαετίας χαλαρά) και στη συνέχεια, το 2016, μας άφησε πάλι άφωνους με ένα EP-αφιέρωμα με διασκευές πάνω σε κομμάτια του Αμερικανού μουσικού Moondog ("A Tribute To Moondog" - Νο 2 δίσκος για το 2016 στη σχετική λίστα μας).
Να πω μόνο πως οι Condor Gruppe μόλις μας έδωσαν τον τρίτο δίσκο τους, "Interplanetary Travels" και είναι και αυτός απίστευτος, ασύλληπτος, εθιστικός, μεγαλειώδης, εμπνευσμένος στα όρια της μεγαλοφυίας. 8 (και πάλι) ορχηστρικά cinematic διαμάντια, 41 λεπτά αληθινής μουσικής ηδονής, μία ακόμα ανείπωτη εμπειρία από τον δαιμόνιο Michiel Van Cleuvenbergen και την υπερταλαντούχα παρέα του. Νέα στοιχεία προστίθενται διακριτικά, μα την ίδια στιγμή καταλυτικά, στη μουσική τους, λίγο πιο "άγριοι" ενδεχομένως ακούγονται, αλλά τούτα είναι λόγια και όπως είπα και στην αρχή τα πολλά λόγια είναι περιττά εδώ - απλώς άκου το δίσκο!
* Διάβασε τη συνέντευξη του Michiel Van Cleuvenbergen στο Υπόγειο εδώ.
3. >>> - Beak> (out 21/9)
To εκ Βρετανίας τρίο επιστρέφει με τον τρίτο δίσκο του ">>>", έξι χρόνια μετά από το άλμπουμ που αντί για τρία βελάκια είχε δύο (">>"). Είχε μεσολαβήσει το score για την ταινία "Couple In A Hole".
Πρόκειται για ένα άλμπουμ που σου κόβει την ανάσα από το opening track "The Brazilian" και μέσα από άλλες 9 αριστουργηματικές συνθέσεις (ειδικά το προτελευταίο track "Abbots Leigh" είναι απλά ασύλληπτο) και 43 λεπτά μουσικής περιπέτειας χτίζει έναν κόσμο τόσο ζωντανό, τόσο αληθινό, που όταν τελειώσει η ακρόαση νιώθεις σαν να περπατάς στον αέρα... Η βάση είναι ο ηλεκτρονικός ήχος, αλλά αυτό που φτιάχνουν οι Beak> είναι κάτι τελείως πια δικό τους, σκεπάζει και υπερκαλύπτει genres και φόρμες, φτάνοντας στα όρια της πρωτοπορίας. Κεραυνοβόλος έρωτας από την πρώτη ματιά (από την πρώτη... αυτιά για την ακρίβεια), ένας έρωτας γεμάτος και απόλυτα rewarding.
4. Suspiria OST - Thom Yorke (out 26/10)
Ο Thom Yorke, με αφορμή τη σύνθεση του soundtrack για το remake της κλασικής ταινίας τρόμου "Suspiria", καταφέρνει να φτιάξει ένα δίσκο που στέκει εντέλει αυτόνομος και αυτόφωτος πέρα από το φιλμ, καταφέρνει να φτιάξει κατά τη γνώμη μου την καλύτερη μουσική που έχει φτιάξει ποτέ έξω από τους Radiohead.
[ακολουθεί το review του Υπογείου για τον δίσκο, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 29/10 από τον συντάκτη Mike N.]
Το είχα γράψει εξαρχής - με επιφυλακτικότητα υποδέχτηκα τα νέα πως ο Thom Yorke ανέλαβε τη σύνθεση της μουσικής για το remake του θρυλικού "Suspiria". Όχι επειδή αμφέβαλα ποτέ για τις συνθετικές ικανότητες του Mr Radiohead, απλώς οι συγκρίσεις με το αριστουργηματικό original OST των Goblin θα ήταν αναπόφευκτες... Κατά πόσο θα μπορούσε ο Thom να συνθέσει το ζόφο και τον τρόμο της ταινίας; Κατά πόσο θα μπορούσε να περπατήσει στα αιματοβαμμένα μονοπάτια του σκοτεινού κόσμου του Suspiria; (τα ίδια φαντάζομαι ισχύουν και για την ίδια την ταινία του σκηνοθέτη Luca Guadagnino, ακόμα δεν την έχω δει, οπότε δεν έχω άποψη).
Το πρώτο δείγμα από το άλμπουμ ήρθε τον περασμένο Σεπτέμβριο: Το "Suspirium" επιβεβαίωσε κατά κάποιο τρόπο τις ανησυχίες μου, μιας και ήταν ένα πανέμορφα μελαγχολικό, κλασικό ThomYorke-ικό κομμάτι, που όμως ουδεμία σχέση είχε με ό,τι μου έρχεται στο μυαλό όταν ακούω τη λέξη "Suspiria". Τα πράγματα γίναν κάπως καλύτερα με το "Has Ended" που ακολούθησε λίγο αργότερα και απογειώθηκαν... προς τα κάτω, προς τα έγκατα του κόσμου, με το φριχτά υπέροχο "Volk". Ακολούθησαν τα "Open Again" και "Unmade" και εκεί κάπου συνειδητοποίησα πως οι αρχικοί μου προβληματισμοί και τα ερωτήματα που έθεσα στην προηγούμενη παράγραφο ήταν για τα σκουπίδια. Διότι κατέστη τότε εμφανές πως ο Yorke είχε ήδη φτιάξει τη δική του εκδοχή για τον τρόμο, τη δική του μουσική εκδοχή για την ταινία, είχε φτιάξει κάτι ολότελα δικό του, ξεχωριστό και προορισμένο για το τώρα και το αύριο και όχι για να ψάξει το παρελθόν και να κάνει ένα αναβιωτικό tribute στην ένδοξη giallo.
Ο δίσκος κυκλοφόρησε ολόκληρος την περασμένη Παρασκευή 26 Οκτωβρίου, και -ούτε τρεις μέρες μετά- έχει καταφέρει να στοιχειώσει το μυαλό μου και να με καλεί να τον ακούω ξανά και ξανά. Μεγάλος σε διάρκεια -80 λεπτά- και με εξαιρετικά μεγάλο tracklist -25 τραγούδια- είναι καταδικασμένος να ακούγεται καλύτερα σαν ενιαίο έργο, δεν είναι εύκολο (ούτε δόκιμο) να τον αντιμετωπίσεις σαν έναν συνηθισμένο δίσκο, αν και ακόμα έτσι δεν θα σε απογοητεύσει. Διότι, ναι, αν ακούσεις το ασύλληπτο "The Universe Is Indifferent" μόνο του, έτσι ξερά πατώντας play στο spotify σου ή στο YouTube, θα νιώσεις το μεγαλείο του. Αν το αφήσεις όμως να έρθει κοντά σου στη σειρά του, 16ο κομμάτι του δίσκου, θα σε αγκαλιάσει σαν φάντασμα, θα νιώσεις όλο το παγερό κενό του, το οποίο ο Yorke γεμίζει με σιτάρ, κιθάρα, έγχορδα και φωνητικά που θυμίζουν το Τέλος. Και αυτό ισχύει μάλλον για όλα τα κομμάτια του άλμπουμ, το καθένα μόνο του έχει τόσα να πει, αλλά αν τα ακούς σαν μέρος του συνόλου, σού αποκαλύπτουν μεγαλόπρεπα το αριστούργημα που δημιούργησε ο Thom Yorke. Και κάπως έτσι για παράδειγμα, το προαναφερθέν "Suspirium" που ακούγοντάς το τον περασμένο Σεπτέμβριο, μού είχε φανεί απλά οκ, όταν ήρθε στα αυτιά μου σαν ένα από τα κομμάτια του συνθέτουν το ηχητικό παζλ του "Supiria OST", έφερε στο δέρμα μου ρίγη και στα μάτια που δάκρυα, όμοια με εκείνα του ένδοξου Radiohead (μακρινού) παρελθόντος...
Δεν είμαι αυτό που λένε κλασικός ThomYorke-άκιας. Ίσως ήμουν, μέχρι τις αρχές των 00's και το "Hail To The Thief" των Radiohead (2003). Ύστερα κάπως βαρέθηκα, με κάποιες (υπέροχες) εξαιρέσεις ("In Rainbows"/2007). Όταν στις παρέες (αληθινές ή ψηφιακές) λένε το περίφημο πως ο Thom πια δεν τραγουδάει αλλά... νιαουρίζει, χαμογελάω και μερικές φορές σιγοντάρω. Εδώ, όμως, ο Θωμάς βρυχάται. Βρυχάται έμπνευση και καταθέτει ένα μεγαλειώδες κομμάτι της σκοτεινής πλευράς της ψυχής του. Hats off to mister Thom Yorke, μας έδωσε μία από τις καλύτερες κυκλοφορίες της χρονιάς και ένα από τα καλύτερα original soundtracks του 21ου αιώνα. Όντως, Thom, έκανες μάγια και ξόρκια στο στούντιο...
5. Futuropaco - Futuropaco (out 3/8/2018)
Ο ντράμερ και μουσικοπαραγωγός Justin Pinkerton, αφήνει για λιγο τη βαριά ψυχεδέλεια των Golden Void και φτιάχνει ένα υπέροχο ορχηστρικό μίγμα ψυχεδέλειας, kraut, library και cinematic μουσικής.
[ακολουθεί το review του Υπογείου για τον δίσκο, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 15/11 από τον συντάκτη Mike N.]
Από τον Αύγουστο κυκλοφορεί ελεύθερο ένα "θανατηφόρο" instumental" δισκάκι, από το Όκλαντ της Καλιφόρνια ερχόμενο, αν και γεμάτο με seventies Ιταλικές library και cinematic αναφορές και Μορικονίζοντα υπομνήματα...
Πρόκειται για την solo δουλειά του πολυοργανίστα και συνθέτη Justin Pinkerton, drummer της heavy psych rock μπάντας Golden Void, με το όνομα "Futuropaco", που από τον τίτλο της κιόλας προδίδει τις Ιταλικές της ρίζες: Η λέξη προέρχεται από τις Ιταλικές λέξεις futuro (=μέλλον) και opaco (=θολό, ομιχλώδες). Στα 37 λεπτά της διάρκειας του άλμπουμ μεταφερόμαστε σε τούτο το αβέβαιο μέλλον μέσα από 9 ορχηστρικά κομμάτια, που αναδιπλώνονται μουσικά στις προαναφερθείσες αναφορές και επιρροές, έχοντας μέσα τους και κάποια (καταλυτικά) στοιχεία kraut, αλλά και το psych και prog παρελθόν του Pinkerton από τη θητεία του στο σχήμα των Golden Void. To αποτέλεσμα είναι σχεδόν εξαίσιο, κάτι που γίνεται εκκωφαντικά σαφές από τα 2 πρώτα κομμάτια - "Fantasma Arancione" και "La Torre Cade" είναι αριστουργήματα. Το ίδιο θα μπορούσα να ισχυριστώ και για το δαιμονισμένο "Seppelire Fascisti", αλλά και για το... υποχθόνιο "La Pura Bianco".
O Justin Pinkerton παίζει όλα τα όργανα, τα τύμπανά του, το "φυσικό" του όργανο, φαίνεται να ακολουθούν τον Jaki Liebezeit των Can. Τα moog synths χτίζουν την ατμόσφαιρα, ενώ οι κιθάρες κοιτούν στα μάτια (και στα δάκτυλα) τον δάσκαλο Morricone.
Το "Θολό Μέλλον" του Pinkerton είναι ένας δίσκος βασισμένος σε ένα ένδοξο(τατο) μουσικό παρελθόν, έρχεται όμως εν έτει 2018, στο τρικυμιώδες παρόν (μας), και φωνάζει χωρίς στίχους πως είναι μία από τις πιο ενδιαφέρουσες κυκλοφορίες της χρονιάς, που σιγά-σιγά μας αποχαιρετάει...
* Διάβασε την πρόσφατη συνέντευξη του Justin Pinkerton στο Υπόγειο εδώ.
6. Midnight In A Moonless Dream - The Buttertones (out 4/5)
Από το καλό στο καλύτερο οδεύουν οι αγαπημένοι μας The Buttertones, με τον 4ο κατά σειρά δίσκο τους "Midnight In A Moonless Dream" να είναι μάλλον και ο καλύτερός τους.
[ακολουθεί το review του Υπογείου για τον δίσκο, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 8/8 από τον συντάκτη Mike N.]
Την αγαπάμε αυτήν την μπάντα, την αγαπάμε από την (πολύ) αρχή της περιπετειώδους και δημιουργικότατης πορείας τους. Για του λόγου το αληθές, στην πρώτη συλλογή μας "Music From The Basement", που κυκλοφόρησε το 2015, είχαμε συμπεριλάβει το κομμάτι των The Buttertones "No Suave", από τον πρώτο... περίπου self-titled (το όνομά τους χωρίς το "the") δίσκο τους του 2013.
Οι Αμερικανοί psych-rockers εξελίχθηκαν ακριβώς όπως το περιμέναμε, γρήγορα και με σημαντικό μουσικό έργο: Τον Οκτώβριο του 2015 μας έδωσαν το δεύτερο δίσκο τους "American Brunch" και το 2017 το παντοδύναμο "Gravedigging". Μόλις έναν χρόνο αργότερα, τον περασμένο Μάιο, κυκλοφόρησαν το 4ο κατά σειρά LP τους, το "Midnight In A Moonless Dream", περί ου ο λόγος σήμερα. To δελτίου τύπου που συνοδεύει την κυκλοφορία είναι άκρως κατατοπιστικό για το τι είχε στο μυαλό του για το νέο του πόνημα το πενταμελές group από το L.A.:
"The first word of the album says it all: 'Bang!' On their new album Midnight In A Moonless Dream the Buttertones dig deep and discover something dark. Where their previous album Gravedigging played like the soundtrack of a good spaghetti-western heist movie, Midnight moves to the dark cityscapes of '70s New York and tells the story itself - a perfect and intricate crime executed by a crew of professionals under cover of night; a biting sound befitting of CBGB's while staying true to their LA roots."
"Bang!" λοιπόν η πρώτη λέξη του δίσκου, πριν όμως τούτη τη λέξη, με την οποία ξεκινάει το αφιονισμένο track No2, "Baby C4", έχει προηγηθεί το αριστουργηματικό σχεδον 4λεπτο instrumental "At The Dojo". Και κάπως έτσι παίρνει μπρος αυτή η σκοτεινή ιστορία που ξετυλίγεται γεμάτη αγωνία και απέραντη συνθετική-στιχουργική ευρηματικότητα στα αυλάκια όλου του άλμπουμ. Καταιγιστικοί ρυθμοί -με το προαναφερθέν "Baby C4" να δίνει το σύνθημα- βρώμικες κιθάρες, στοιχειωμένο σαξόφωνο, επιβλητικά δαιμονισμένα φωνητικά από τον τραγουδιστή και κιθαρίστα της μπάντας Richard Araiza, τα οποία μου θυμίζουν άλλοτε Nick Cave στην Birthday Party era και άλλοτε Elvis Presley στα καλύτερά του. Υπάρχουν όμως και στιγμές που οι τόνοι, μαζί με τα bpm, χαμηλώνουν - όπως στο προσωπικό υπεραγαπημένο και συγκλονιστικό, "Don't Cry Alone". Πολύ καλός δίσκος στο σύνολό του, o οποίος καθιερώνει τους The Buttertones σαν μία από τις πιο δυνατές και πιο αξιόπιστες μπάντες της δεκαετίας.
Well done The Buttertones, hats off!
7. Unknown Mortal Orchestra - Sex & Food (out 6/4)
Ακόμα και στη... μέτρια μέρα του, ο δαιμόνιος Ruban Nielson μας δίνει έναν δίσκο για 10άδα...
[ακολουθεί το review του Υπογείου για τον δίσκο, όπως αυτό δημοσιεύτηκε στις 10/4 από τον συντάκτη Mike N.]
4ος δίσκος για τους Νεοζηλανδούς με έδρα το Πόρτλαντ των Η.Π.Α. Unknown Mortal Orchestra, του Ruban Nielson δηλαδή για να λέμε τα πράγματα με το όνομά τους, μιας και σε όλη τη δισκογραφία του τον ακολουθεί σταθερά μόνο ο μπασίστας Jake Portrait, ο οποίος συνήθως απλά "γεμίζει" τα έτοιμα κομμάτια που του φέρνει ο Ruban. 4ος δίσκος λοιπόν, το "Sex & Food" είναι μαζί μας από την Μεγάλη Παρασκευή (6/4) και έτυχε πανηγυρικής υποδοχής με απανωτές ακροάσεις από το Υπόγειο κατά τη διάρκεια των Πασχαλινών διακοπών. Τους αγαπάμε τους UMO from day 1, από το 2011 δηλαδή όταν και πρωτοακούσαμε το πρώτο τους single "Ffunny Ffrends". Ακολούθησαν τα 3 εντυπωσιακά LPs, με το μεσαίο ονόματι "ΙΙ" (2013), να είναι από τα καλύτερα άλμπουμ της δεκαετίας (κατά την ταπεινή μας Υπόγεια άποψη).
To νέο πόνημα των Unknown Mortal Orchestra είναι συνεπές με την ταμπέλα που εξαρχής είχαμε βάλει πάνω από το κεφάλι τους μεγαλοπρεπώς σαν φωτοστέφανο, "είναι μια κατηγορία μόνοι τους και δεν μοιάζουν με κανέναν". Φολκ, ντίσκο και φανκ περάσματα κάτω από την ομπρέλα μιας δαιμονισμένης ψυχεδέλειας, αριστοτεχνικώς δωσμένης μέσα από παραμορφώσεις, πετάλια, εφφέ, φίλτρα και... όποιος πρόλαβε τον Κύριο είδε. Σύμφωνα με τον ίδιο τον Ruban, το "Sex & Food" είναι το πιο "expansive and electric" έργο του ως τώρα και χαρακτηρίζεται από μία έντονη μουσική πολυσυλλεκτικότητα, αποτέλεσμα ίσως των πολλών και διάφορων τόπων στους οποίους ηχογραφήθηκε: Mexico City (Μεξικό), Seoul (Κορέα), Hanoi (Βιετνάμ), Reykjavik (Ισλανδία), Auckland (γενέτειρα του Nielson, Νέα Ζηλανδία), Portland (Η.Π.Α). Υπάρχουν στα αυλάκια του δίσκου κομμάτια που θα λατρέψεις, νέα υπέροχα σύμβολα της UMO μαγείας και πρωτοτυπίας, αλλά και κάποια που είτε ακούγονται κάπως δύσκολα (η experimental προσέγγιση του Nielson στην υπερβολή της) είτε κάπως βαρετά και με περιορισμένο πυρήνα έμπνευσης. Στη ζυγαριά κερδίζουν τα πρώτα, αλλά το "Sex & Food" χάνει (στα σημεία) την ευκαιρία να απογειωθεί και να καταχωρηθεί στα αρχεία μας ως "Δισκάρα". Παραμένει όμως ένας πολύ καλός και ενδιαφέρων δίσκος, ένα ακόμα ξεχωριστό ταξίδι στο δαιδαλώδες μυαλό και στην αβυσσώδη ψυχή του mister Ruban Nielson.
8. Double Negative - Low (out 14/9)
Εξαιρετικός 12ος δίσκος από τους Αμερικανούς (Μινεσότα), στην επιφάνειά του δυστοπικός και παγωμένος όπως και η πόλη τους, στο βάθος του πυρωμένος και ζεματιστός, γεμάτος ανθρωπιά που έρπει μέσα στο σκοτάδι, μέχρι να αναρριχηθεί και περήφανα να σταθεί όρθια στο λαμπερό φως στο τέλος της ακρόασης. Τον ανακάλυψα και τον άκουσα για τα καλά μέσα στο Νοέμβριο και με πήρε μαζί του ως σήμερα που γράφω αυτές τις λέξεις... Πολλά μπράβο στους Low, διότι μετά από 11 albums και 25 χρόνια στο μουσικό στερέωμα κατάφεραν να δώσουν ένα δισκογράφημα ρηξικέλευθο και πέρα για πέρα σημαντικό.
9. Twin Fantasy - Car Seat Headrest (out 18/2)
Πρωτοηχογραφημένο από το 2011, τούτο το indie διαμαντάκι χωρίς πολλές φανφάρες και αναλύσεις μπαίνει 10άδα, διότι πολύ απλά βρίθει από καλοφτιαγμένα τραγούδια, πυκνό συναίσθημα και ξερές αλήθειες. Ο Will Toledo επανεπισκέπτεται και επεξεργάζεται εκ νέου τα early 10's πεπραγμένα του και μετά από αρκετά χρόνια (σχετικής) αφάνειας βγαίνει στον αφρό, κολυμπώντας σε πανέμορφα, έστω κάπως παλιομοδίτικα, νερά. Το opening "My Boy [Twin Fantasy]" και το "Beach Life-In-Death" πρωταγωνιστούν σε μια παράσταση, την οποία συχνά-πυκνά θα επισκέπτομαι για να την ξαναζήσω.
10. Children Of The Sun - Golden Dawn Orchestra (1/6)
Δίσκος Νο2 για τους Αμερικανούς (Austin), που έχουν τούτο το κάπως ακατάλληλο για έναν Έλληνα όνομα (βλ. "Χρυσή Αυγή") Golden Dawn Orchestra. Το "Children Of The Sun" είναι ένας πυκνός και πολυσυλλεκτικός δίσκος και ίσως αυτό να είναι τελικά το μοναδικό μειονέκτημά του, στερείται κάπως κέντρου βάρους και συνοχής, μας μπερδεύει σε κάποιες στιγμές ως προς το πού ακριβώς θέλει να το πάει. Απ' την άλλη, είναι γενικά τόσο όμορφο και εθιστικό και στ'αυλάκια του τρέχουν κάποια απίστευτης γοητείας και ταλέντου κομμάτια ("No One Like You" και "The Wolf" πολύ ψηλά στη σχετική λίστα), που κάπως... ύπουλα και υπόγεια εισχώρησαν στη 10άδα μου.
11 - 20
11. Slow Air - Still Corners (out 17/8 - read full review by Tasos Z. here)
12. Prozacco - Sir Robin & The Longbowmen (out 14/9 - read full review by Mike N. here)
13. Con Todo El Mundo - Khruangbin (out 26/1 - read full review by Mike N. here)
14. Joy As An Act Of Resistance - Idles (out 31/8)
15. Melody Fields - Melody Fields (out 26/2)
16. 7 - Beach House (out 11/5 - read full review by Tasos Z. here)
17. Shared Values - Moderate Rebels (out 30/11)
18. Somnium - Jacco Gardner (out 26/11 - read full review by Mike N. here)
19. Boarding House Reach - Jack White (out 23/3 - read full review by Mike N. here)
20. Empty Words - Whyte Horses (out 9/3 - read interview here)